Στον Άρειο Πάγο ο Λ. Ρακιντζής : ΣΚΑΪ - www.skai.gr
Σε λίγο θα μας πουν ότι αυτός φταίει για όλη τη διαφθορά στην Ελλάδα.
Μας έχουν για τελείως χαζούς και ακόμα δε το καταλάβαμε; Άρα είμαστε χαζοί;
Μεταφράστε τη σελίδα
Αναζήτηση / Search
Socratic News
Σάββατο 17 Ιουλίου 2010
Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010
Χτύπησε κινητό μέσα σε φέρετρο!
Τελικά ούτε στο τάφο δε βρίσκεις ησυχία! Αφού τον ετοιμάσανε το νεκρό για την νεκρόσιμη ακολουθία , Χτύπησε το κινητό του μέσα στο φέρετρο! και να δείτε τι χαμός έγινε όταν άκουσαν ότι ο ήχος κλήσης ήταν το γνωστό τραγούδι… «Μάγισσες φέρτε βότανα»!
Το τηλέφωνο ανήκε σε συγγενή που ενώ μετέφερε το νεκρό, το κινητό του έπεσε μέσα στο φέρετρο χωρίς να το καταλάβει ο ίδιος. Όταν διαπίστωσε ότι δεν έχει τη συσκευή πάνω του, τότε ζήτησε από τη γυναίκα του να κάνει μια κλήση.
Και η κλήση έγινε κρίση ψυχολογική για όλο το σόι.
Πάτε διακοπές στη Καραϊβική; Προσοχή στις αλκοολικές μαϊμούδες, τα πίνουν όλα ...
Ξέρω είναι για γέλια η υπόθεση ....
Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010
Προσδεθείτε στην οικογένεια σας
Θυμηθείτε ότι κάποιος πάντα με αγάπη σας περιμένει!
Μη του δώσετε μια δυσάρεστη έκπληξη!
Θυμηθείτε τους δεσμούς σας, ξεχάστε την ελληναράδικη σκέψη ότι τίποτα δε σας τρομάζει.
Μη του δώσετε μια δυσάρεστη έκπληξη!
Θυμηθείτε τους δεσμούς σας, ξεχάστε την ελληναράδικη σκέψη ότι τίποτα δε σας τρομάζει.
Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010
Η Ευρώπη υπό επιτήρηση
Image via Wikipedia
Υπό επιτήρηση Κύπρος, Βουλγαρία, Φινλανδία και Δανία – Στην Ευρωζώνη η Εσθονία το 2011.Μετά την Ιρλανδία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία, την Ελλάδα, τη Πορτογαλία και την Ισπανία έχουμε ακόμα ένα κύμα χωρών με φαύλο δημοσιονομικό χρέος.
Ενώ η Μεγάλη Βρετανία έχει βάλει από μονη της στόχο τη μείωση των ελλειμάτων που για να καταλάβετε, μόνο πέρυσι δανείστηκε περισσότερα από όσα συνολικά χρωστά η Ελλάδα.
Από τους λόγους των Ελλήνων Σοφών
Image via Wikipedia
ΟΙ ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΟΣ
Ὅταν οἱ μυθικοὶ καὶ ἡρωικοὶ χρόνοι, ἄρχισαν νὰ παραχωροῦν τὴν θέση τους στοὺς ἱστορικοὺς χρόνους τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας καὶ ὅλα τὰ μυθεύματα καὶ τὰ πλάσματα τῆς φαντασίας ποὺ διαπαιδαγωγοῦσαν μέχρι τότε τοὺς λαούς, ἄρχισαν νὰ ὑποχωροῦν μπροστὰ στὴν πραγματικότητα καὶ τὴν κρίση. Ἀνάμεσα στὸν Ζ´ καὶ Στ´ αἰῶνα π.Χ. γεννήθηκαν καὶ ἄκμασαν συγχρόνως οἱ ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ τῆς Ἀρχαιότητας.
Εἶναι ἡ ἐποχὴ ποὺ ὁ ὑμνούμενος ἕως τότε βίος τῶν Ἡρῴων καὶ τῶν Ἡμιθέων ἀρχίζει σιγὰ-σιγὰ νὰ χάνει τὴν αἴγλη του καὶ βίος θετικότερος καὶ πραγματικότερος νὰ διαλύει τὴν γοητεία τῶν θρύλων. Ὁ ἔμμετρος λόγος παραχωρεῖ τὴν θέση του στὸν πεζό, τὸ πνεῦμα ἐπικρατεῖ τῆς ὕλης καὶ ἡ βάναυση σωματικὴ ρώμη κάμπτεται μπροστὰ στὴν παιδεία καὶ τὸν ὀρθολογισμό. Μὲ ἄλλα λόγια, εἶναι ἡ ἐποχὴ μιᾶς ἐπαναστατικῆς ἐκπολιτίσεως καὶ ἐκπαιδεύσεως τῆς Ἑλλάδας, ἡ ὁποία συντέλεσε στὴν πρώτη πνευματικὴ ἀφύπνιση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ὁποία τεράστιο πρωτοποριακὸ ρόλο ἔπαιξαν οἱ 7 σοφοί.
Εἶναι τόσος ὁ θαυμασμὸς τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων γιὰ τοὺς σοφοὺς αὐτοὺς ἄνδρες, ὥστε ὁ Πίνδαρος, ὁ μέγιστος λυρικὸς ποιητὴς τῆς Ἀρχαιότητας (522 π.Χ.) δὲν τοὺς θεωρεῖ ὡς γέννημα ἀνθρώπων, ἀλλὰ τοὺς δέχεται ὡς γιοὺς τοῦ Ἥλιου, ποὺ μὲ τὴν ἴδια μὲ αὐτὸν ἀκτινοβολία, φώτισαν τὴν ἀνθρωπότητα καὶ τὴν καθοδήγησαν στὴν ὁδὸ τοῦ καθήκοντος καὶ τῆς ἀρετῆς.
Καὶ εἶναι πράγματι τόσο μεγάλη ἡ ἐπίδραση ποὺ εἶχε στοὺς μεταγενέστερους ἡ θείας ἔμπνευσης βραχύλογη διδασκαλία τους, ὥστε ν᾿ ἀποτελέσει σταθμὸ γιὰ τὴν περαιτέρω πνευματικὴ ἐξέλιξη καὶ διάπλαση τοῦ χαρακτῆρα τῶν ἀνθρώπων, νὰ θεωρεῖται δὲ ἀκόμη καὶ σήμερα, ἔπειτα ἀπὸ 28 σχεδὸν Αἰῶνες ὡς ἡ πρώτη πνευματικὴ πηγή, ἀπὸ τὴν ὁποία ξεπήδησε ἡ ἀληθινὴ ἔννοια τοῦ δικαίου, τῆς ἰσότητας καὶ τῆς ἠθικῆς.
Τὰ ὑπέροχα γνωμικά τους, τὰ ὁποῖα ὁ Παυσανίας ὀνομάζει «ὠφελήματα» για τὸν ἀνθρώπινο βίο, οἱ Ἀρχαῖοι ἀνέγραψαν στο τέμενος τοῦ Ἀπόλλωνα στους Δελφούς, για νὰ παραμείνουν ἐκεῖ γιὰ πάντα, ὡς μόνιμα καὶ αἰώνια σύμβολα τοῦ Κώδικα τῆς ἠθικῆς δεοντολογίας «... Ἐν δὲ τῷ προνάῳ τῷ ἐν Δελφοῖς, γεγραμμένα ἐστὶν ὠφελήματα ἀνθρώποις ἐς βίον· γραφὴ δὲ ὑπὸ ἀνδρῶν οὓς γενέσθαι σοφοὺς λέγουσιν Ἕλληνες (Παυσανίας, Χ, κδ´ 857).
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ (1)Ἑπτὰ Σοφῶν Κλεόβουλε, σὲ μὲν τεκνώσατα ΛίνδοςἈμφὶ δὲ Σισυφία χθὼν Περίανδρον ἔχει Πιττακὸν ἡ Μιτυλήνα, Βίαντα δὲ διὰ Πριήνη, Μίλητος δὲ Θαλῆν, ἄκρον ἔρεισμα δίκας. Ἃ Σπάρτα Χείλωνα, Σόλωνα δὲ Κεκροπὶς αἶα. Πάντας ἀριζάλου σωφροσύνας φύλακας. | (μετάφραση)Ἀπὸ τοὺς Ἑπτὰ σοφοὺς Κλεόβουλε, ἐσένα μὲν σὲ γέννησε ἡ Λίνδος Ἡ Πατρίδα δὲ τοῦ Σισύφου, ἔκαμε τὸν Περίανδρον. Τὸν Πιττακὸν τὸν γέννησε ἡ Μυτιλήνη, τὸν Βίαντα δὲ ἡ περιφανὴς Πριήνη, Ἡ Μίλητος ὁμοίως τὸν Θαλῆν, τὸν μεγαλύτερο ὑπέρμαχο τῆς Δικαιοσύνης. Ἡ Σπάρτη ἔχει τὸν Χείλωνα, τὸν Σόλωνα δὲ ἡ γῆ τοῦ Κέκροπος. Ὅλοι δὲ ὑπήρξατε Οἱ φύλακες τῆς ὑπέροχης σωφροσύνης. |
ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΥ ΣΙΔΩΝΙΟΥ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ 60ον | |
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ (2)Ἑπτὰ σοφῶν ἐρεῷ κατ᾿ ἔπος πόλιν, οὔνομα, φωνήν.Μέτρον μὲν Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος εἶπεν ἄριστον. Χίλων δ᾿ ἐν κοίλῃ Λακεδαίμονι. Γνῶθι σεαυτόν. Ὃς δὲ Κόρινθον ἔναιε, χόλου κρατέειν Περίανδρος. Πιττακὸς οὐδὲν ἄγαν, ὃς ἑὴν γένος ἐκ Μυτιλήνης. Τέρμα δ᾿ ὁρᾶν βιότοιο, Σόλων ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις. Τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς. Ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα. | (μετάφραση)Θὰ μνημονεύσω σύντομα, τὸ ὄνομα, τὴν πατρίδα καὶ ἀπὸ ἕνα γνωμικὸ τῶν Ἑπτὰ σοφῶν:Ὁ μὲν Κλεόβουλος ὁ Λίνδιος, εἶπεν ὅτι κάθε τί ποὺ γίνεται μὲ μέτρο εἶναι τὸ καλύτερο. Ὁ Χείλων δὲ εἰς τὴν κοίλην Λακεδαίμονα, τὸ Γνῶθι σαυτόν. Ὁ Περίανδρος ποὺ ἐδόξασε τὴν Κόρινθο, ὅτι πρέπει νὰ συγκρατεῖς τὸ θυμό σου. Ὁ Πιτακός που καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, νὰ μὴν εἶσαι σὲ τίποτα ὑπερβολικός. Ὁ Σόλων ἀπὸ τὴν ἱερὴ Ἀθῆνα, ὅτι πρέπει πάντοτε νὰ βλέπεις ποῦ θὰ εἶναι τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι εἶναι κακοί, εἶπε ὁ Βίας ὁ Πριηνεὺς καὶ Νὰ ἀποφεύγεις τὴν ἐγγυήση, ὁ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος. |
Αnthologia Graeca Griedericus Jacobs. Τόμος 4ος, Ἐπίγραμμα ΧΧΧ |
ΒΙΑΣ
Οἱ ἀγαθοὶ εὐαπάτητοι. | Οἱ καλοὶ εὔκολα ἐξαπατῶνται. |
Μήτε εὐήθης ἴσθι μήτε κακοήθης. | Οὔτε ἀγαθιάρης νὰ εἶσαι, οὔτε κακοήθης. |
Ὃ ἂν ἕλῃ, βεβαίως τηρῶν διάμενε. | Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο ἤθελες ἐκλέξει νὰ κανείς, συνέχισέ το σταθερά. |
Βραδέως ἐγχείρει τοῖς πραττομένοις. Ἐγχειρίσας δὲ πρᾶττε βεβαίως. | Νὰ ἐπιχειρεῖς ἀργὰ (καὶ κατόπιν σκέψεως) αὐτὰ τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ κάνεις. Ὅταν ὅμως τὰ ξεκινήσεις νὰ ἐνεργεῖς μὲ ἀποφασιστικότητα. |
Βραδέως ἐγχείρει, ὃ δ᾿ ἂν ἄρξῃ διαβεβαιοῦ. | Βραδέως νὰ ἐπιχειρεῖς κάτι. Ἐκεῖνο ὅμως που θὰ ἀρχίσεις νὰ κανεὶς νὰ τὸ παρακολουθεῖς ὅτι θὰ γίνει. |
Ἀτυχῆ εἶναι τὸν ἀτυχίαν μὴ φέροντα. | Ἀτυχὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποφέρει τὴν ἀτυχία. |
Τὸ γνῶθι σαυτὸν χρήσιμον εἰς νουθεσίαν τῶν ἀλαζόνων, οἳ ὑπὲρ τὴν ἑαυτῶν δύναμιν φλυαροῦσιν. | Τὸ νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του εἶναι ὠφέλιμο στους ἀλαζόνες, οἱ ὁποῖοι φλυαροῦν ὑπερβάλλοντες τὴν δύναμη τους. |
Ἀφροσύνην μὴ προσδέχου. | Τὴν ἀφροσύνη νὰ μὴν τὴν παραδέχεσαι. |
Φρόνησιν ἀγάπα. | Νὰ ἀγαπᾷς τὴν σύνεση. |
Δοκεῖ ἔνδοξος γενέσθαι καὶ βασιλεὺς καὶ τύραννος εἰ τρόποις χρῶτο τοῖς νόμοις τῆς πατρίδος. | Εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ γινόταν ἔνδοξος καὶ Βασιλεὺς καὶ Τύραννος, ἐὰν συμπεριφερόταν σύμφωνα μὲ τοὺς Νόμους τῆς Πατρίδας. |
Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ. | Ἂν μάθεις πρῶτα νὰ κυβερνάσαι, θὰ μάθεις καὶ νὰ κυβερνᾷς. |
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν ἐν ᾗ πάντες ὡς τύραννον φοβοῦνται τὸν νόμον. | Ἡ πλέον καλὴ ἀπὸ ὄλες τις δημοκρατίες, εἶναι ἐκείνη στην ὁποία ὅλοι σὰν τύραννο φοβοῦνται τὸν νόμο. |
Τί γλυκὺ ἀνθρώποις; Ἐλπίς. | Τί εἶναι γλυκὸ στοὺς ἀνθρώπους; Ἡ Ἐλπίδα. |
Ἀνάξιον ἄνδρα μὴ ἐπαίνει διὰ πλοῦτον. | Τὸν ἀνάξιο ἄνδρα μὴν τὸν ἐπαινεῖς για τὰ πλούτη του. |
Νόσος ψυχῆς, τὸ τῶν ἀδυνάτων ἐρᾶν. | Εἶναι ἀρρώστεια τῆς ψυχῆς, τὸ νὰ ἐπιθυμεῖ κανεὶς τὰ ἀδύνατα. |
Τῶν θανάτων κακός ἐστιν ὁ ἀπὸ τῶν νόμων ἐπαγόμενος. | Ἀπὸ τοὺς θανάτους κακὸς εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος προκαλεῖται ἀπὸ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ Νόμου. |
Ζῆν κρίττόν ἐστι ἐπὶ στοιβάδος κατακείμενον καὶ θαρρεῖν ἢ ταράττεσθαι χρυσὴν ἔχοντα κλίνην. | Εἶναι προτιμότερο νὰ ζει κανεὶς ξαπλωμένος πάνω σὲ στρῶμα φτωχικὸ καὶ νὰ διατηρεὶ τὸ θάρρος του, παρὰ νὰ ἀγωνιᾶ πάνω σὲ χρυσὸ κρεβάτι. |
Περὶ θεῶν λέγε, ὥς εἰσιν. | Γιὰ τοὺς θεοὺς νὰ μιλᾶς ὅπως τοὺς ἁρμόζει. |
Τῶν ζῴων χαλεπώτατόν ἐστι, τῶν μὲν ἀγρίων ὁ τύραννος, τῶν δὲ ἡμέρων ὁ κόλαξ. | Ἀπὸ ὅλα τὰ ζῷα τὰ χειρότερα εἶναι, ἀπὸ τὰ μὲν ἄγρια ὁ τύραννος, ἀπὸ τὰ δὲ ἥμερα ὁ κόλακας. |
Λάλει καίρια. | Νὰ λὲς τὰ σωστά. |
Μὴ ταχὺ λάλει. Μανίαν γὰρ ἐμφαίνει. | Νὰ μὴν βιάζεσαι νὰ μιλᾶς. Γιατὶ αὐτὸ δείχνει ἄνθρωπο μανιακό. |
Φίλει μὲν ὡς ὁ μισήσων, μίσει δὲ ὡς φιλήσων. | Νὰ ἀγαπᾷς, σὰν νὰ πρόκειται νὰ μισήσεις, καὶ νὰ μισεῖς σὰν νὰ πρόκειται νὰ ἀγαπήσεις. |
Ἄριστον δοκεῖν, οἶκον εἶναι ἐν ᾧ τοιοῦτός ἐστιν ὁ δεσπότης δι᾿ αὐτόν, οἷος ἔξω διὰ τὸν νόμον. | Ἀρίστη μοῦ φαίνεται ἡ οἰκία στην ὁποία ὁ οἰκοδεσπότης της μέσα σὲ αὐτὴν συμπεριφέρεται μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἐπειδὴ τὴν σέβεται, ὅπως συμπεριφέρεται κι ἔξω ἐπειδὴ σέβεται τὸν νόμον. |
Τὸ μὲν ἰσχυρὸν γενέσθαι, τῆς φύσεως ἔργον. Τὸ δὲ λέγειν δύνασθαι τὰ συμφέροντα τῇ πατρίδι, ψυχῆς ἴδιον καὶ φρονήσεως. | Τὸ νὰ εἶναι κανεὶς ἰσχυρὸς εἶναι ἔργο τῆς φύσῃς. Τὸ νὰ μπορεῖ νὰ λέει ὅμως αὐτά ποὺ συμφέρουν τὴν πατρίδα εἶναι γνώρισμα τῆς ψυχῆς καὶ τῆς σύνεσης. |
Πείσας λαβέ, μὴ βιασάμενος. | Νὰ παίρνεις ὅταν ἔχεις πείσει τὸν ἄλλον, ὄχι μὲ τὴν βία. |
Νόει τὸ πραττόμενον. | Νὰ κατανοεῖς αὐτὸ τὸ ὁποῖο κάνεις. |
Ὅ,τι ἂν ἀγαθὸν πράττῃς, Θεοὺς μὴ σεαυτὸν αἰτιῶν. | Ὅ,τι καλὸ κάνεις, νὰ τὸ ἀποδίδεις στοὺς θεοὺς ὄχι στον ἑαυτό σου. |
Κτῆσαι ἐν μὲν νεότητι εὐπραξίαν, ἐν δὲ τῷ γηρᾷ σοφίαν. | Νὰ ἀποκτᾶς στὴν μὲν νεότητά σου τὴν εὐτυχία ἀπὸ τὶς σωστὲς πράξεις, στὴν γεροντική σου δὲ ἡλικία, σοφία. |
Ἐφόδιον ἀπὸ νεότητος εἰς γήρας ἀναλαμβάνε σοφίαν. Βεβαιότερον γὰρ τοῦτο ἄλλων κτημάτων. | Ἀπὸ τῇ νεανικῇ σοῦ ἡλικίᾳ νὰ παίρνεις σὰν ἀναγκαῖο ἐφόδιο για τὰ γηρατειὰ τὴν σοφία. Γιατὶ αὐτὴ εἶναι τὸ σταθερότερο ἀπόκτημα ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα. |
Ὧν ἡ τύχη κυρία δοῦναι καὶ ἀφελέσθαι, οὐ δεήσει οὐδενός. | Δὲν ἔχεις ἀνάγκη κανενὸς πράγματος, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἡ τύχη ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ σοῦ τὰ δίδει ἢ νὰ σοῦ τὰ ἀφαιρεῖ. |
ΘΑΛΗΣ
Πῶς ἄν τις ἀτυχίαν ῥάστα φέρει; Εἰ τοὺς ἐχθροὺς χεῖρον πράσσοντας βλέποι. | Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποφέρει κανεὶς τὴν ἀτυχία πιὸ εὔκολα; Ἂν βλέπει τοὺς ἐχθρούς του νὰ δυστυχοῦν περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνον. |
Τί δύσκολον; Τὸ ἑαυτὸν γνῶναι. | Τί εἶναι δύσκολο; Τὸ νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του. |
Εὐδαιμονίαν ἄρχοντος νομίζειν, εἰ τελευτήσειε γηράσας κατὰ φύσιν. | Νὰ θεωρεῖς εὐτυχισμένο τὸν ἄρχοντα ὁ ὁποῖος θὰ κατορθώσει πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα νὰ γεράσει, καὶ ἔπειτα νὰ πεθάνει ἀπὸ φυσικὸ θάνατο. |
Τί δύσκολον θεᾶσαι; γέροντα τύραννον. | Τί εἶναι δύσκολο νὰ δεῖ κανεὶς ; Τύραννο ποὺ πρόφτασε νὰ γεράσει. |
Γεωργοῦ αὔρας καὶ ὀνωνίδας ἀντὶ πυρῶν καὶ κριθῶν συγκομίζειν ἐθέλοντος, οὐδὲν διαφέρει τύραννος ἀνδραπόδων μᾶλλον ἄρχειν ἢ ἀνδρῶν βουλόμενος. | Ὁ τύραννος ποὺ θέλει νὰ κυβερνᾷ περισσότερο δούλους παρὰ ἀνθρώπους ἐλευθέρους, δεν διαφέρει καθόλου ἀπὸ τὸν γεωργό που προτιμᾷ νὰ συγκομίζει ἥρας καὶ παράσιτα παρὰ σιτάρι καὶ κριθάρι. |
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας. | Ἀρίστη εἶναι ἡ Δημοκρατία ἐκείνη ἡ ὁποία δεν ἔχει, οὔτε ὑπερβολικὰ πλουσίους οὔτε ὑπερβολικὰ φτωχοὺς πολίτες. |
Τί κοινότατον; Ἐλπίς. καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη παρέστη. | Τί εἶναι τὸ πιὸ κοινὸ σὲ ὅλους; Ἡ Ἐλπίδα. Γιατὶ καὶ τίποτα ἄλλο νὰ μὴν ὑπάρχει, αὐτὴ παρευρίσκεται. |
Τί πρεσβύτερον; Θεός. Ἀγέννητον γάρ ἐστιν. | Τί εἶναι πρεσβύτερον; Ὁ Θεός. Γιατὶ εἶναι ἀγέννητος (προϋπάρχει). |
Πιστὸν γῆ, ἄπιστον θάλασσα, ἄπληστον κέρδος. | Ἀσφαλὴς εἶναι ἡ στεριά, ἐπισφαλὴς ἡ θάλασσα, ἀχόρταγο τὸ κέρδος. |
Ἀγάπα τὸν πλησίον. | Νὰ ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου. |
Τί ἰσχυρότατον; Ἀνάγκη. Μόνον γὰρ ἀνίκητον. | Τί εἶναι ἰσχυρότατο; Ἡ ἀνάγκη. Γιατὶ μόνο αὐτὴ δεν νικᾶται. |
Τῆς γῆς ἀναιρεσθείσης σύγχυσιν τὸν ὅλον ἕξειν κόσμον. | Ἂν ἡ γῆ καταστραφεῖ, ὁλόκληρος ὁ κόσμος (Σύμπαν) θὰ ἀναστατωθεῖ. |
Γεώδη τὰ ἄστρα. | Τὰ ἄστρα ἀποτελοῦνται ἀπὸ τὰ ἴδια συστατικὰ μὲ τὴν γῆ. |
Εἰρήνην ἀγάπα. | Νὰ ἀγαπᾷς τὴν εἰρήνη. |
Καιρὸν γνῶθι. | Νὰ γνωρίζεις τὴν ἀξία τοῦ καιροῦ. |
Τί σοφώτερον; Χρόνος. Τὰ μὲν γὰρ εὕρηκεν οὖτος ἤδη, τὰ δ᾿ εὑρήσει. | Τί εἶναι τὸ πιὸ σοφό; Ὁ χρόνος. Γιατὶ αὐτὰ μὲν αὐτὸς τὰ ἔχει ἀνακαλύψει ἤδη, τὰ ἄλλα δὲ θὰ τὰ ἀνακαλύψει στο μέλλον. |
Τί βλαβερώτατον; Κακία. Καὶ γὰρ τὰ χρηστὰ βλάπτει παραγενομένη. | Τί εἶναι τὸ πιὸ βλαβερό; Ἡ κακία. Γιατὶ βλάπτει καὶ τὰ καλὰ ὅταν τὰ πλησιάσει. |
Τί κάλλιστον; Κόσμος. Πᾶν γὰρ τὸ κατὰ τάξιν τούτου μέρος ἐστί. | Τί εἶναι ὡραιότατο; Ὁ Κόσμος. Γιατὶ ὀτιδήποτε γίνεται μὲ τάξη, εἶναι δικό του μέρος. |
Κάλλιστον Κόσμος. Ποίημα γὰρ Θεοῦ. | Τὸ ὡραιότερο πρᾶγμα εἶναι ὁ Κόσμος. Γιατὶ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ. |
Τί τάχιστον; Νοῦς. Διὰ παντὸς γὰρ τρέχει. | Τί εἶναι ταχύτατο; Ὁ Νοῦς. Γιατὶ τρέχει διὰ μέσου ὅλων. |
Ἀπραγοῦντας μὴ ὀνειδίζε. Ἐπὶ γὰρ τούτους νέμεσις Θεῶν κάθηται. | Τοὺς ὀκνηροὺς μὴν τοὺς κατηγορεῖς. Γιατὶ πάνω τους κάθεται ἀπὸ τώρα ἡ τιμωρία τῶν θεῶν. |
Οὐ χεῖρον μοιχείας ἐπιορκία. | Ἡ καταπάτηση τοῦ ὅρκου δεν εἶναι λιγότερο ἀνήθικη πράξη ἀπὸ τὴν μοιχεία. |
Τὸ παρὸν εὖ ποίει. | Νὰ καθιστᾶς εὐχάριστο τὸν παρόντα καιρό σου. |
Ὅσα νεμεσᾷς τῷ πλησίῳ, αὐτὸς μὴ ποίει. | Ὅσα μισεῖς στὸν διπλανό σου, ἐσὺ ὁ ἴδιος μὴν τὰ κάνεις. |
Μὴ διαβαλλέτω σὲ λόγος πρὸς τοὺς πίστεως κεκοινωνηκότας. | Ἡ συκοφαντία νὰ μὴ σὲ κάνει νὰ χάνεις τὴν ἐμπιστοσύνη σου, ἀπὸ ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους συναλλάσσεσαι. |
Τί εὔκολον; Τὸ ἄλλῳ ὑποτίθεσθαι. | Τί εἶναι εὔκολο; Τὸ νὰ συμβουλεύει κανεὶς τὸν ἄλλον. |
Φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων μεμνῆσθαι. | Πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα τοὺς φίλους ὄχι μόνο ὅταν εἶναι παρόντες ἀλλὰ καὶ ὅταν εἶναι ἀπόντες. |
Τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε, μὴ δ᾿ εὖ τὸν ἐχθρόν. Ἀσυλλόγιστον γὰρ τὸ τοιοῦτον. | Τὸν φίλο σου νὰ μὴν τὸν κακολογεῖς, οὔτε καὶ νὰ ἐπαινεῖς τὸν ἐχθρό. Γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἀνόητο. |
ΧΙΛΩΝ
Ἀτυχοῦντα μὴ ἐπιγελᾷν. | Ἐκεῖνον ποὺ ἀτύχησε νὰ μὴν τὸν περιγελοῦμε. |
Γνῶθι σαὑτόν. | Νὰ γνωρίζεις τὸν ἑαυτό σου. |
Χαλεπώτατον τὸ γνώσκειν ἑαυτόν. Πολλὰ γὰρ ὑπὸ φιλαυτίας ἕκαστον ἑαυτῷ προστιθέναι. | Δυσκολότατο εἶναι νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Διότι κάθε ἕνας, λόγῳ τοῦ ἐγωισμοῦ του, προσθέτει πολλὰ καλὰ στο ἄτομό του (ποὺ δὲν τὰ ἔχει). |
Κάλλιστον εἶναι βασιλέα τὸν μὴ μόνον τοῦ φοβερὸν εἶναι φροντίζοντα. | Παρὰ πολὺ κακὸς εἶναι ὁ βασιλιὰς ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος φροντίζει νὰ μὴν προξενεῖ μόνο φόβο. |
Τὸν ἄρχοντα χρῆναι μηδὲν φρονεῖν θνητὸν ἀλλὰ πάντ᾿ ἀθάνατα. | Ὁ Ἄρχων πρέπει τίποτα νὰ μὴν σκέπτεται σὰν θνητός, ἀλλὰ σὰν ἀθάνατος. |
Τὸν τεθνηκότα μὴ κακολογεῖν. | Ἐκεῖνον ποὺ ἔχει πεθάνει νὰ μὴν τὸν κακολογεῖς. |
Ζημίαν αἱρεῖσθαι μᾶλλον, ἢ κέρδος αἰσχρόν. Ἡ μὲν ἅπαξ ἐλύπησε. Τὸ δὲ διὰ παντός. | Νὰ προτιμᾷς τὴν ζημία, ἀπὸ τὸ αἰσχρὸ κέρδος. Γιατὶ ἡ μὲν ζημία μία φορὰ προξενεῖ λύπη, ἐνῶ τὸ τέτοιου εἴδους κέρδος σὲ λυπεῖ συνεχῶς. |
Γλώττης κρατεῖν καὶ μάλιστα ἐν συμποσίῳ. | Νὰ συγκρατεῖς τὴν γλῶσσά σου καὶ προπάντων σὲ συμπόσια. |
Γλῶττα μὴ προτρεχέτω τοῦ νοῦ. | Νὰ μὴν προτρέχει ἡ γλῶσσα τῆς σκέψης. |
Ἐν λιθίναις ἀκόναις ὁ χρυσὸς ἐξετάζεται διδοὺς βάσανον φανεράν. Ἐν δὲ χρυσῷ ἀνδρῶν ἀγαθῶν τε κακῶν τε νοῦς ἔδωκ᾿ ἔλεγχον. | Ὁ χρυσὸς ἐλέγχεται πάνω σὲ πέτρινα ἀκόνια, δίδοντας ἔτσι ἀποδείξη τῆς γνησιότητάς του. Πάνω ὅμως στὸν χρυσό, ἡ λογικὴ ἐλέγχει τὸν χαρακτῆρα τῶν καλῶν καὶ τῶν κακῶν ἀνθρώπων. |
Χρόνου φείδου. | Νὰ κάνεις οἰκονομία στὸν χρόνο σου. |
ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΣ
Εὐδαιμονίαν ἄρχοντος νομίζειν εἰ μηδενὶ πιστεύοι τῶν συνόντων. | Νὰ θεωρεῖτε ὡς εὐτυχῆ τὸν ἄρχοντα ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος δεν ἔχει ἐμπιστοσύνη σὲ κανένα ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τὸν περιβάλλουν. |
Εὐποροῦντα μὴ ὑπερήφανον εἶναι, ἀποροῦντα μὴ ταπεινοῦσθαι. | Ὅταν εἶσαι πλούσιος νὰ μὴν εἶσαι ὑπερήφανος, ὅταν δὲ εἶσαι φτωχὸς νὰ μὴν ταπεινώνεσαι. |
Ὅταν τις ἐξιῇ τῆς οἰκίας ζητείτω, πρώτερον τί μέλλει πράσσειν καὶ ὅταν εἰσέλθῃ πάλιν ζητείτω τί ἔπραξε. | Ὅταν κάποιος ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ σπίτι του ἂς ἐξετάζει τί πρόκειται νὰ κάνει καὶ ὅταν εἰσέλθει πάλι ἂς ἐξετάζει τί ἔκανε. |
Ὀψιμανθῆ εἶναι μᾶλλον ἢ ἀμαθῆ. | Καλλίτερα νὰ μαθαίνεις ἔστω καὶ ἀργὰ παρὰ νὰ παραμένεις ἀμαθής. |
Ἀρετῆς οἰκεῖον εἶναι, κακίας ἀλλότριον. | Γνώρισμα τῆς ἀρετῆς εἶναι, κάθετί που εἶναι ξένο στὴν κακία. |
Λόγων τε πλῆθος. Ἀλλ᾿ ὁ καιρὸς ἀρκέσει. | Ἀπὸ λόγια ὑπάρχουν πλῆθος. Ἀλλὰ ὁ καιρὸς θὰ δείξει. |
Γυναικὶ μὴ φιλοφρονεῖσθαι, μηδενὶ μάχεσθαι, ἀλλοτρίων παρόντων. Τὸ μὲν γὰρ ἄνοιαν, τὸ δὲ μανίαν σημαίνειν. | Πρὸς τὴν γυναῖκα σου μπροστὰ σὲ ξένους οὔτε πολλὲς φιλοφρονήσεις νὰ τῆς κάμεις, οὔτε νὰ εἶσαι ἐριστικὸς μαζί της. Γιατὶ τὸ μὲν πρῶτο φανερώνει μωρία, τὸ δὲ δεύτερο παραφροσύνη. |
Βία μηδὲν πράττειν. | Τίποτα μὴν κάνεις μὲ τὴν βία. |
Μὴ ματαίως ἄχαρις γινέσθω. | Νὰ μὴν γίνεσαι δυσάρεστος χωρὶς λόγο. |
Ἔχθραν διαλύειν. | Νὰ διαλύεις τὴν ἔχθρα ποὺ ἔχεις μὲ κάποιον. |
Δεῖ παιδεύεσθαι καὶ τὰς παρθένους. | Πρέπει νὰ μορφώνονται καὶ τὰ κορίτσια. |
Τὸν τοῦ δήμου ἐχθρὸν πολέμιον νομίζειν. | Τὸν ἐχθρὸ τοῦ λαοῦ νὰ τὸν θεωρεῖς καὶ δικό σου ἐχθρό. |
Φρόνει τὸ κεδνόν. | Νὰ σκέπτεσαι κάτι πολύτιμο (ποὺ νὰ ἀξίζει). |
ΠΕΡΙΑΝΔΡΟΣ
Τοὺς μέλλοντας ἀσφαλῶς τυραννήσειν, δεῖ τῇ εὐνοίᾳ δορυφορεῖσθαι καὶ μὴ τοῖς ὅπλοις. | Ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ διατηρήσουν μὲ βεβαιότητα τὴν ἐξουσία, πρέπει νὰ μὴν τὴν ἐπιβάλλουν μὲ τὴ βία ἀλλὰ μὲ τὴν καλοσύνη. |
Τῷ κατ᾿ ἀνάγκην ἄρχοντα καὶ τὸ ἑκουσίως ἀποστῆναι κίνδυνον φέρει. | Σὲ ἐκεῖνον ποὺ κυβερνᾷ μὲ τὴν βία καὶ ἡ ἑκούσια ἀκόμη ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὴν ἀρχή, περιέχει κινδύνους. |
Κέρδος αἰσχρὸν βαρὺ κειμήλιον. | Τὸ ἀνήθικο κέρδος εἶναι βαρειὰ κληρονομιά. |
Λοιδόρει ὡς ταχὺ φίλος ἐσόμενος. | Ὅταν κατηγορεῖς κάποιον, νὰ τὸ κάνεις σὰν νὰ πρόκειται σύντομα νὰ γίνεις φίλος του. |
Ἐλευθερία ἐστὶ ἀγαθὴ συνείδησις. | Ἐλευθερία εἶναι ἡ ἤρεμη συνείδηση. |
Καιρὸν πρόσμενε. | Περίμενε τὸν κατάλληλο καιρό. |
Φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ ἀτυχοῦσιν ὁ αὐτὸς ἴσθι. | Στοὺς φίλους νὰ συμπεριφέρεσαι τὸ ἴδιο καὶ ἂν εὐτυχοῦν καὶ ἂν δυστυχοῦν. |
Ἀληθείας ἔχου. | Νὰ λὲς τὴν ἀλήθεια. |
Θνητὰ φρόνει. | Νὰ σκέπτεσαι ὅπως ἁρμόζει σὲ θνητούς. |
Σαυτοῦ μὴ ἀμελεῖ. | Νὰ μὴν παραμελεῖς τὸν ἑαυτό σου. |
Δυστυχῶν, κρύπτε, ἵνα μὴ τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς. | Ὅταν δυστυχεῖς ἀπόκρυβε τὴν δυστυχία σου, για νὰ μὴν εὐχαριστήσεις τοὺς ἐχθρούς σου. |
Ἔριν μίσει. | Νὰ μισεῖς τις φιλονικίες. |
Μελέτα τὸ πᾶν. | Νὰ ἐρευνᾷς τὰ πάντα. |
Χάριν ἀπόδος. | Νὰ ἀνταποδίδεις μιὰ χάρη ποὺ σοῦ ἔκαναν. |
Εὐεργέτας τίμα. | Νὰ τιμᾶς τοὺς εὐεργέτες σου. |
Λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰς μὴ ποιοῦ. | Νὰ μὴν ἀποκαλύπτεις μυστικὰ λόγια. |
Μὴ ἐπὶ παντὶ λυποῦ. | Νὰ μὴν λυπάσαι για τὸ κάθε τι. |
Ἁμαρτὼν μεταβουλεύου. | Ἐὰν κάμεις κάποιο σφάλμα νὰ τὸ ἀναγνωρίζεις καὶ νὰ μετανοεῖς. |
Φθονέεσθαι κρέσσον ἐστὶν ἢ οἰκτείρεσθαι. | Εἶναι καλύτερα νὰ σὲ φθονοῦν παρὰ νὰ σὲ λυποῦνται. |
Θνῇσκε ὑπὲρ Πατρίδος. | Νὰ πεθαίνεις γιὰ τὴν Πατρίδα σου. |
Χόλου κρατέειν. | Νὰ κυριαρχεῖς τοῦ θυμοῦ σου. |
Ἐπισφαλὴς προπέτεια. | Ἡ ἀπερισκέπτη βιασύνη εἶναι ἐπικίνδυνη. |
Ἱκέτας ἐλέει. | Νὰ συγχωρεῖς αὐτοὺς ποὺ σὲ παρακαλοῦν. |
Διαβολὴν μίσει. | Νὰ μισεῖς τὶς διαβολές. |
Σοφοῖς χρῴ. | Νὰ συναναστρέφεσαι τοὺς σοφούς. |
Μὴ μόνον τοὺς ἁμαρτάνοντας κόλαζε ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κωλῦε. | Νὰ μὴν ἀρκεῖσαι στο νὰ τιμωρεῖς αὐτούς που διαπράττουν σφάλματα ἀλλὰ νὰ ἐμποδίζεις καὶ ἐκείνους ποὺ πρόκειται νὰ τὸ κάνουν. |
Ὃ ἂν ὁμολογήσῃς, διατήρει. | Ἐκεῖνο για τὸ ὁποῖο θὰ συμφωνήσεις, νὰ τὸ διαφυλάτεις (νὰ κρατᾶς τὸν λόγο σου). |
ΠΙΤΤΑΚΟΣ
Ἀτυχίαν μὴ ὀνειδίζειν, νέμεσιν αἰδούμενον. | Τὴν ἀτυχία νὰ μὴν τὴν κοροϊδεύεις, σεβόμενος τὴν θεία δικαιοσύνη. |
Σωφροσύνην φιλεῖν. | Νὰ ἀγαπᾷς τὴν σωφροσύνη. |
Οὐδὲν ἄγαν. | Τίποτα μὴν κάνεις σὲ ὑπερβολικὸ βαθμό (δίχως μέτρο). |
Ἀρχὴ ἄνδρα δείκνυσιν. | Ἡ ἐξουσία δείχνει τὸν ἄνδρα. |
Ἄρχων, κόσμει σαυτόν. | Ὅταν κυβερνᾷς νὰ στολίζεσαι (μὲ ἀρετές). |
Τοὺς ὑπηκόους ὁ ἄρχων παρασκευάσειε φοβεῖσθαι μὴ αὐτὸν ἀλλ᾿ ὑπὲρ αὐτοῦ. | Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ κάνει τοὺς ὑπηκόους του νὰ φοβοῦνται ὄχι αὐτὸν ἀλλὰ μήπως αὐτὸς πάθει τίποτα. |
Κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν ὅπου τοῖς πονηροῖς οὐκ ἔξεστιν ἄρχειν καὶ τοῖς ἀγαθοῖς οὐκ ἔξεστιν μὴ ἄρχειν. | Ἰσχυροτάτη εἶναι ἡ δημοκρατία ἐκείνη ὅπου στοὺς μὲν πονηροὺς δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κυβερνοῦν, στους δὲ καλοὺς δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μὴν κυβερνοῦν. |
Ἀργὸς μὴ ἴσθι, μήδ᾿ ἂν πλουτῇς. | Μὴν μένεις χωρὶς ἐργασία ἄκομα καὶ ἂν εἶσαι πλούσιος. |
Ἀνάγκα δ᾿ οὐδὲ θέοι μάχονται. | Ἐναντίον τῆς ἀνάγκης, οὔτε καὶ οἱ Θεοὶ μποροῦν νὰ δώσουν μάχη. |
Χαλεπὸν τὸ εὖ γνῶναι. | Εἶναι δύσκολο πρᾶγμα νὰ ξέρεις τί εἶναι τὸ σωστό. |
Μὴ πᾶσι πίστευε. | Νὰ μὴν πιστεύεις σὲ ὅλους. |
Φοβοῦ τὰ αἰσχρά. | Νὰ φοβάσαι αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀνήθικα. |
Κάτοπτρον εἴδους χαλκός ἐστιν, οἶνος δὲ νοῦ. | Ὁ χαλκὸς εἶναι καθρέπτης τοῦ προσώπου, ὁ οἶνος δὲ τοῦ μυαλοῦ. |
Διδάσκε καὶ μανθάνε τὸ ἄμεινον. | Νὰ διδάσκεις καὶ νὰ μαθαίνεις ὅ,τι εἶναι τὸ καλύτερο. |
Μὴ πλούτει κακῶς. | Νὰ μὴν ἀποκτὰς πλούτη μὲ κακὸ τρόπο. |
ΣΟΛΩΝ
Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ. | Ἂν μάθεις πρῶτα νὰ κυβερνᾶσαι, θὰ μάθεις καὶ νὰ κυβερνᾷς. |
Μετριώτερον ἄρχοντα ποιεῖ καὶ τύραννον ἐπιεικέστερον ὁ πείθων ὡς ἄμεινον εἴη τὸ μὴ ἄρχειν ἢ τὸ ἄρχειν. | Μετριοπαθέστερο κάνει τὸν ἄρχοντα καὶ ἐπιεικέστερο τὸν τύραννο, ἐκεῖνος ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ τοὺς πείσει ὅτι προτιμότερο θὰ ἦταν νὰ μὴν κυβερνοῦν παρὰ νὰ κυβερνοῦν. |
Ἀνδρῶν δ᾿ ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται. | Ἡ πατρίδα ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἄνδρες καταστρέφεται. |
Ὁ τῶν περισσῶν ζῆλος, εὐθὺς ἀκολουθεῖ καὶ συνοικίζεται τῇ χρείᾳ τῶν ἀναγκαίων. | Ἡ σφοδρὴ ἐπιθυμία για τὴν ἀποκτήση περιττῶν πραγμάτων, ἀκολουθεῖ εὐθὺς ἀμέσως μετὰ τὴν ἀποκτήση τῶν ἀναγκαίων. |
Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε. | Κανένα νὰ μὴν καλοτυχίζεις πρὶν νὰ δεῖς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. |
Χρῲ τοῖς Θεοῖς. | Νὰ χρησιμοποιεῖς (ἐπικαλεῖσαι) τοὺς θεούς. |
Πάντη δ᾿ ἀθανάτων ἀφανὴς νόος ἀνθρώποισιν. | Ἡ σκέψη τῶν ἀθανάτων θεῶν εἶναι ἀνεξερεύνητη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. |
Τὸ Θεῖον φθονερὸν καὶ ταραχῶδες. | Οἱ Θεοὶ εἶναι γεμάτοι φθόνο καὶ δημιουργοῦν ταραχές. |
Τὸν λόγον εἴδωλον εἶναι τῶν ἔργων. | Ὁ λόγος εἶναι ἡ εἰκόνα τῶν ἔργων. |
Ὅσον ἐν πολέμῳ δύναται σίδηρος τοσούτον ἐν πολιτείᾳ λόγος εὖ ἔχων ἰσχύει. | Ὅση δύναμη ἔχει στον πόλεμο ὁ σίδηρος, ἄλλη τόση δύναμη ἔχει στην Πολιτεία ὁ λόγος. |
Τοῖς σεαυτοῦ πρᾶος ἴσθι. | Στοὺς δικούς σου ἀνθρώπους νὰ εἶσαι πρᾶος. |
Γηράσκων δ᾿ αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος. | Γηράσκω συνεχῶς καὶ πάντοτε μαθαίνοντας. |
Τὰ σπουδαῖα μελέτα. | Νὰ μελετᾷς ὅ,τι ἀξίζει νὰ μελετηθεῖ. |
Ἔργασιν ἐν μεγάλοις, πᾶσιν ᾄδειν χαλεπόν. | Σὲ μεγάλα ἔργα εἶναι δύσκολο νὰ εἶναι ὅλοι εὐχαριστημένοι. |
Συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ βέλτιστα. | Νὰ συμβουλεύεις ὄχι τὰ πιὸ εὐχάριστα, ἀλλὰ τὰ πιὸ ὠφέλιμα. |
Φίλους μὴ ταχὺ κτῷ, οὖς δ᾿ ἂν κτήσῃ, μὴ ταχὺ ἀποδοκίμαζε. | Φίλους νὰ μὴν ἀποκτᾶς σύντομα, ἐκείνους ὅμως ποὺ θὰ ἀποκτήσεις νὰ μὴν τοὺς ἀποδοκιμάζεις εὔκολα. |
Μὴ ψεύδου, ἀλλ᾿ ἀλήθευε. | Νὰ μὴν λες ψεύδη, ἀλλὰ τὴν ἀλήθεια. |
Ιπποκράτειος Όρκος
Image via Wikipedia
Ιπποκράτειος Όρκος
Ελληνικά
ΟΜΝΥΜΙ ΑΠΟΛΛΩΝΑ ΙΗΤΡΟΝ ΚΑΙ ΑΣΚΛΗΠΙΟΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΝ ΚΑΙ ΠΑΝΑΚΕΙΑΝ ΚΑΙ ΘΕΟΥΣ ΠΑΝΤΑΣ ΤΕ ΚΑΙ ΠΑΣΑΣ ΙΣΤΟΡΑΣ ΠΟΙΟΥΜΕΝΟΣ, ΕΠΙΤΕΛΕΑ ΠΟΙΗΣΕΙΝ ΚΑΤΑ ΔΥΝΑΜΙΝ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΝ ΕΜΗΝ ΟΡΚΟΝ ΤΟΝΔΕ.ΗΓΗΣΕΣΘΑΙ ΜΕΝ ΤΟΝ ΔΙΔΑΞΑΝΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗΝ ΤΑΥΤΗΝ ΙΣΑ ΓΕΝΕΤΗΣΙΝ ΕΜΟΙΣΙ, ΚΑΙ ΒΙΟΥ ΚΟΙΝΩΣΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΧΡΕΩΝ ΧΡΗΖΟΝΤΙ ΜΕΤΑΔΟΣΙΝ ΠΟΙΗΣΕΣΘΑΙ ΚΑΙ ΓΕΝΟΣ ΤΟ ΕΞ ΑΥΤΟΥ ΑΔΕΛΦΕΟΙΣ ΙΣΟΝ ΕΠΙΚΡΙΝΕΕΙΝ ΑΡΡΕΣΙ, ΚΑΙ ΔΙΔΑΞΕΙΝ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗΝ ΤΑΥΤΗΝ, ΗΝ ΧΡΗΙΖΩΣΙ ΜΑΝΘΑΝΕΙΝ, ΑΝΕΥ ΜΙΣΘΟΥ ΚΑΙ ΞΥΓΓΡΑΦΗΣ. ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΗΣ ΤΕ ΚΑΙ ΑΚΡΟΗΣΙΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΟΙΠΗΣ ΑΠΑΣΗΣ ΜΑΘΗΣΙΟΣ ΜΕΤΑΔΟΣΙΝ ΠΟΙΗΣΕΣΘΑΙ ΥΙΟΙΣΙ ΤΕ ΕΜΟΙΣΙ ΚΙΑ ΤΟΙΣΙ ΤΟΥ ΕΜΕ ΔΙΔΑΞΑΝΤΟΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΑΙΣΙ ΣΥΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΙΣΙ ΤΕ ΚΑΙ ΩΡΚΙΣΜΕΝΟΙΣ ΝΟΜΩ ΙΗΤΡΙΚΩ ΑΛΛΩ ΔΕ ΟΥΔΕΝΙ. ΔΙΑΙΤΗΜΑΣΙ ΤΕ ΧΡΗΖΟΜΑΙ ΕΠ'ΩΦΕΛΕΙΗ ΚΑΜΝΟΝΤΩΝ ΚΑΤΑ ΔΥΝΑΜΙΝ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΝ ΕΜΗΝ, ΕΠΙ ΔΗΛΗΣΕΙ ΔΕ ΚΑΙ ΑΔΙΚΙΗ ΕΙΡΞΕΙΝ. ΟΥ ΔΩΣΩ ΔΕ ΟΥΔΕ ΦΑΡΜΑΚΟΝ ΟΥΔΕΝΙ ΑΙΤΗΘΕΙΣ ΘΑΝΑΣΙΜΟΝ, ΟΥΔΕ ΥΦΗΓΗΣΟΜΑΙ ΞΥΜΒΟΥΛΙΗΝ ΤΟΙΗΝ ΔΕ ΟΜΟΙΩΣ ΔΕ ΟΥΔΕ ΓΥΝΑΙΚΙ ΠΕΣΣΟΝ ΦΘΟΡΙΟΝ ΔΩΣΩ. ΑΓΝΩΣ ΔΕ ΚΑΙ ΟΣΙΩΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΩ ΒΙΟΝ ΤΟΝ ΕΜΟΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΝ ΤΗΝ ΕΜΗΝ. ΟΥ ΤΕΜΕΩ ΔΕ ΟΥΔΕ ΜΗΝ ΛΙΘΙΩΝΤΑΣ, ΕΚΧΩΡΗΣΩ ΔΕ ΕΡΓΑΤΗΣΙΝ ΑΔΡΑΣΙΝ ΠΡΗΞΙΟΣ ΤΗΣΔΕ. ΕΣ ΟΙΚΙΑΣ ΔΕ ΟΚΟΣΑΣ ΑΝ ΕΣΙΩ, ΕΣΕΛΕΥΣΟΜΑΙ ΕΠ' ΩΦΕΛΕΙΗ ΚΑΜΝΟΝΤΩΝ, ΕΚΤΟΣ ΕΩΝ ΠΑΣΗΣ ΑΔΙΚΙΗΣ ΕΚΟΥΣΙΗΣ ΚΑΙ ΦΘΟΡΙΗΣ ΤΗΣ ΤΕ ΑΛΛΗΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΕΠΙ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΕΙΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΙΩΝ, ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΔΟΥΛΩΝ. Α Δ'ΑΝ ΕΝ ΘΕΡΑΠΕΙΗ Η ΙΔΩ Η ΑΚΟΥΣΩ, Η ΚΑΙ ΑΝΕΥ ΘΕΡΑΠΕΙΗΣ ΚΑΤΑ ΒΙΟΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, Α ΜΗ ΧΡΗΠΟΤΕ ΕΓΚΑΛΕΣΘΑΙ ΕΞΩ, ΣΙΓΗΣΟΜΑΙ, ΑΡΡΗΤΑ ΗΓΕΥΜΕΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΤΟΙΑΥΤΑ. ΟΡΚΟΝ ΕΝ ΟΥΝ ΜΟΙ ΤΟΝΔΕ ΕΠΙΤΕΛΕΑ ΠΟΙΕΟΝΤΙ ΚΑΙ ΜΗ ΞΥΓΧΕΟΝΤΙ ΕΙΗ ΕΠΑΥΡΑΣΘΑΙ ΚΑΙ ΒΙΟΥ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ, ΔΟΞΑΖΟΜΕΝΩ ΠΑΡΑ ΠΑΣΙΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΕΣ ΤΟΝ ΑΙΕΙ ΧΡΟΝΟΝ, ΠΑΡΑΒΑΙΝΟΝΤΙ ΔΕ ΚΑΙ ΕΠΙΟΡΚΕΟΝΤΙ, ΤΑΝΑΝΤΙΑ ΤΟΥΤΕΩΝ. |
Ορκίζομαι στον Απόλλωνα τον Ιατρό και τον Ασκληπιό και στην Υγεία και στην Πανάκεια και σε όλους τους Θεούς επικαλούμενος τη μαρτυρία τους, να τηρήσω πιστά κατά τη δύναμη και την κρίση μου αυτό τον όρκο και το συμβόλαιό μου αυτό.
Να θεωρώ αυτόν που μου δίδαξε αυτήν την τέχνη ίσο με τους γονείς μου και να μοιραστώ μαζί του τα υπάρχοντά μου και τα χρήματά μου αν έχει ανάγκη φροντίδας. να θεωρώ τους απογόνους του ίσους με τα αδέλφια μου και να τους διδάξω την τέχνη αυτή αν θέλουν να τη μάθουν, χωρίς αμοιβή και συμβόλαιο
και να μεταδώσω με παραγγελιές, οδηγίες και συμβουλές όλη την υπόλοιπη γνώση μου και στα παιδιά μου και στα παιδιά εκείνου που με δίδαξε και στους άλλους μαθητές που έχουν κάνει γραπτή συμφωνία μαζί μου και σε αυτούς που έχουν ορκιστεί στον ιατρικό νόμο και σε κανέναν άλλο
και να θεραπεύω τους πάσχοντες κατά τη δύναμή μου και κατά την κρίση μου χωρίς ποτέ, εκουσίως, να τους βλάψω ή να τους αδικήσω.
και να μη δώσω ποτέ σε κανένα, έστω και αν μου το ζητήσει, θανατηφόρο φάρμακο, ούτε να δώσω ποτέ τέτοια συμβουλή, ομοίως, να μη δώσω ποτέ σε γυναίκα φάρμακο για να αποβάλει. να διατηρήσω δε τη ζωή μου καθαρή και αγνή, και να μη χειρουργήσω πάσχοντες από λίθους, αλλά να αφήσω την πράξη αυτή για τους ειδικούς
και σε όποια σπίτια κι αν μπω, να μπω για την ωφέλεια των πασχόντων αποφεύγοντας κάθε εκούσια αδικία και βλάβη και κάθε γενετήσια πράξη και με γυναίκες και με άνδρες, ελεύθερους και δούλους.
Και ό,τι δω ή ακούσω κατά την άσκηση του επαγγέλματός μου, ή κι εκτός, για τη ζωή των ανθρώπων, που δεν πρέπει ποτέ να κοινοποιηθεί, να σιωπήσω και να το κρατήσω μυστικό.
Αν τον όρκο μου αυτό τηρήσω πιστά και δεν τον αθετήσω, είθε να απολαύσω για πάντα την εκτίμηση όλων των ανθρώπων για τη ζωή μου και για την τέχνη μου, αν όμως παραβώ και αθετήσω τον όρκο μου να υποστώ τα αντίθετα από αυτά.
Hippocrates Omnes (Latin)
Per Apollinem medicum et Aesculapius Hygiamque et Panaceam Juro, et deos deasque omnes testes cito, me pro viribus et judicio meo hoc jusjurandum et hanc stipulationem plane observaturum. Victus rationem, quantum facultate et judicio potero, aegris utilem praescribam eosque precibus adductus cuiquam medicamentum letale dabo, neque hujus rei auctro ero. Pariter neque mulieri pessum subditicium ad fetum corrumpendum exhibebo, sed castam et ab omni scelere puram et vitam et artem meam perpetuo praestabo.
Neque vero calculo laborantes secabo, sed magistris ejus artis peritis id munus concedam. In quamcumque autem domum ingressus ero, ad aegrotantium salutem ingrediar, alienus ab omni injuria voluntaria et corruptela cum alia, tum praesertim in rebus veneriis, erga mulieres aeque ac viros, liberos item ac servos. Quae vero in vita hominum, sive medicinam faciens sevi privatus, vel videro vel audivero, quae in vulgus efferre non oporteat, ea arcana esse existimans silebo.
Si igitur hoc jusjurandum religiose observavero, mihi liceat cum summa apud omnes existimatione perpetuo vita felicem agere et artis maximum fructum percipere.Quod si illud violavero et pejeravero, contraria mihi contingant.
Hippocrates' Oath (English)
I SWEAR by Apollo the physician, and Aesculapius, and Health, and Allheal, and all the gods and goddesses, that, according to my ability and judgment, I will keep this Oath and this stipulation to reckon him who taught me this Art equally dear to me as my parents, to share my substance with him, and relieve his necessities if required; to look upon his offspring in the same footing as my own brothers, and to teach them this art, if they shall wish to learn it, without fee or stipulation; and that by precept, lecture, and every other mode of instruction, I will impart a knowledge of the Art to my own sons, and those of my teachers, and to disciples bound by a stipulation and oath according to the law of medicine, but to none others. I will follow that system of regimen which, according to my ability and judgment, I consider for the benefit of my patients, and abstain from whatever is deleterious and mischievous. I will give no deadly medicine to any one if asked, nor suggest any such counsel; and in like manner I will not give to a woman a pessary to produce abortion. With purity and with holiness I will pass my life and practice my Art. I will not cut persons labouring under the stone, but will leave this to be done by men who are practitioners of this work. Into whatever houses I enter, I will go into them for the benefit of the sick, and will abstain from every voluntary act of mischief and corruption; and, further from the seduction of females or males, of freemen and slaves. Whatever, in connection with my professional practice or not, in connection with it, I see or hear, in the life of men, which ought not to be spoken of abroad, I will not divulge, as reckoning that all such should be kept secret. While I continue to keep this Oath unviolated, may it be granted to me to enjoy life and the practice of the art, respected by all men, in all times! But should I trespass and violate this Oath, may the reverse be my lot!
Hippokrateen Vala (Finnish)
Mina VANNON laakari Apollonin kautta ja Asklepioksen ja Hygieian ja Panakeian ja kaikkien jumalten ja jumalattarien kautta, kutsumalla heidat todistajiksi, etta tulen taytamaan kykyni ja harkintani mukaan taman valan ja kirjallisen sitoutumuksen.
Tulen pitamaan vanhempieni arvoisena sita, joka on opettanut minulle taman taidon, ja jakamaan hanen kanssaan elatukseni, ja hanen tarvitessaan apua tulen sita antamaan. Hanen poikiaan olen pitava veljinani ja opettava heille, mikali he niin haluavat, taman taidon ilman palkkaa ja sopimusta. Opastusta ja luentoja seka kaikkea muuta opetusta olen antava pojilleni ja opettajani pojille seka niille oppilaille, jotka ovat sitoutuneet kirjallisesti ja valallisesti laakarilakiin, mutta en kenellekaan muulle.
Elintapoja koskevia ohjeita tulen antamaan sairaiden hyvaksi kykyjeni ja harkintani mukaan: Tulen torjumaan kaiken, mika voi olla vahingoksi ja tuhoksi. En tule antamaan kenellekaan mitaan tappavaa myrkkya, jos minulta sellaista pyydetaan, enka mitaan neuvoa sellaisen valmistamiseen. Myoskaan en tule antamaan naiselle sikiota tuhoavia aineita. Puhtaasti ja hurskaasti olen viettava elamani ja harjoittava tointani. En tule leikkaamaan veitsella rakkokivista karsivia, vaan luovutan sen niille, jotka ovat perehtyneet sellaisen toimen harjoittamiseen.
Niihin taloihin, joissa kayn, menen auttaakseni sairaita tekematta tahallisesti mitaan vaaryytta ja vahinkoa seka pidattyen rakkaudesta naisten ja miesten, vapaiden ja orjien kanssa.
Mikali parannustyossani tai sen ulkopuolella ihmisten parissa naen tai kuulen sellaista, mita ei pida levitettaman, vaikenen ja pidan sita salaisuutena. Jos taytan taman valan enka riko sita, sallittakoon minun nauttia seka elamasta etta taidostani kaikkien ihmisten ikuisesti arvostamana. Mutta jollen sita pida, vaan teen vaaran valan, tapahtukoon painvastoin.
Θεάγης - Περὶ Ἀρετῆς & ψυχικῶν χαρακτηριστικῶν
Θεάγης - Περὶ Ἀρετῆς
& ψυχικῶν χαρακτηριστικῶν
Περὶ ἀρετῆςStob. 3.1.117 p. 76 He. (Mullach 2 p. 18)Θεάγους Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ ἀρετῆς. |
Αρχαιοελληνικό κείμενο:
Ἀρχαὶ τᾶς συμπάσας ἀρετᾶς τρεῖς· γνῶσις καὶ δύναμις καὶ προαίρεσις.
καὶ ἔστιν ἁ μὲν γνῶσις οἷον ὄψις ᾇ θεωροῦμεν καὶ κρίνομεν τὰ πράγματα, ἁ δὲ δύναμις οἷον ἀλκά τις τῶ σκάνιος ᾇ ὑφιστάμεθα καὶ ἐμμένομεν τοῖς πράγμασιν, ἁ δὲ προαίρεσις οἷον χεῖρες ψυχᾶς τινες αἷς ὁρμῶμεν καὶ ἀντιλαζύμεθα τῶν πραγμάτων.
ἔχει δὲ καὶ ὁ τᾶς ψυχᾶς διάκοσμος οὕτως.
τὸ μὲν γάρ τι αὐτᾶς ἐντι λογισμὸς τὸ δὲ θυμὸς τὸ δ᾿ ἐπιθυμία,
λογισμὸς μὲν ὁ κρατέων τᾶς γνώσιος,
θυμὸς δὲ ὁ κρατέων τῶ μένεος,
ἐπιθυμία δὲ ἁ κρατοῦσα τοῦ ἐπιθυμητικοῦ εἴδεος.
λογισμὸς μὲν ὁ κρατέων τᾶς γνώσιος,
θυμὸς δὲ ὁ κρατέων τῶ μένεος,
ἐπιθυμία δὲ ἁ κρατοῦσα τοῦ ἐπιθυμητικοῦ εἴδεος.
ὅκκα οὖν ἐς τὸ ἓν τὰ τρία ταῦτα μόλῃ μίαν ἐπιδεξάμενα συναρμογάν, τόκα δὲ γίνεται ἀρετὰ καὶ ὁμολογία ἐν τᾷ ψυχᾷ· ὅκκα δὲ στασιάζοντα καὶ ἀπ᾿ ἀλλάλων ἀπόσπαστα ᾖ, τόκα δὲ γίνεται κακία καὶ ἀναρμοστία ἐν τᾷ ψυχᾷ. καὶ ὅκκα μὲν ὁ λογισμὸς ἐπικρατέῃ τῶν ἀλόγων μερέων τᾶς ψυχᾶς, τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια, καρτερία μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων, ἐγκράτεια δὲ ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν ἁδέων.
ὅκκα δὲ τὰ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς ἐπικρατῇ τῶ λογισμῶ, τόκα δὲ γίνεται μαλακία καὶ ἀκρατία· μαλακία μὲν ἐν τῷ φεύγειν τὼς πόνως, ἀκρατία δὲ ἐν τῷ νικῆσθαι ὑπὸ τῶν ἁδέων.
ὅκκα δὲ τὸ μὲν κρεῖσσον ἄρχῃ μέρος τᾶς ψυχᾶς, τὸ δὲ χέρῃον ἄρχηται, καὶ τὸ μὲν ἁγῆται τὸ δ᾿ ἕπηται, ἀμφότερα δὲ συνευδοκῆται καὶ συνομολογῆται ἀλλάλοις, τόκα δὲ γίνεται ἀρετὰ καὶ παναγαθία περὶ ὅλαν τὰν ψυχάν.
καὶ ὅκκα μὲν τὸ ἐπιθυματικὸν ἕπηται μέρος τᾶς ψυχᾶς τῷ λογιστικῷ, γίνεται σωφροσύνα· ὅκκα δὲ τὸ θυμοειδές, ἀνδρειότας· ὅκκα δὲ τὰ μέρεα πάντα, δικαιότας. αὕτα γάρ ἐστιν ἁ διείργουσα τάς τε κακίας πάσας τᾶς ψυχᾶς καὶ τὰς ἀρετὰς ἀπ᾿ ἀλλάλων.
καὶ ἔστιν ἁ δικαιότας οἷον σύσταμά τι τᾶς ἁρμογᾶς τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς καὶ ἀρετὰ τελεία καὶ πανυπερτάτα· πάντα γὰρ ἐν ταύτᾳ· τὰ δ᾿ ἄλλ᾿ ἀγαθὰ τᾶς ψυχᾶς οὐκ ἄτερθε ταύτας. διόπερ καὶ ἐν θεοῖς μέγα κράτος ἔχει ἁ δικαιότας καὶ ἐν ἀνθρώποις· τῶ γὰρ ὅλω καὶ τῶ παντὸς ἅδ᾿ ἁρετὰ συνέχει τὰν κοινωνίαν καὶ τὰν ἐν θεοῖς καὶ τὰν ἐν ἀνθρώποις. θέμις γε οὖν φατίζεται παρὰ τοῖς οὐρανίοις θεοῖς, δίκα δὲ παρὰ τοῖς χθονίοις, νόμος δὲ παρὰ τοῖς ἀνθρώποις. ταῦτα δ᾿ ἐντὶ σαμεῖα καὶ σύμβολα τοῦ τὰν δικαιότατα πανυπερτάταν εἶναι ἀρετάν.
καὶ ἄλλως δὲ πιστοῦται ὁ λόγος ἐξ αὐτῶν·
ὅκκα μὲν γὰρ ὁ νόος τᾶς ψυχᾶς ἀμβλακίσκῃ, ὀνυμάζεται ἁ τοιάδε διάθεσις ἀφροσύνα·
ὅκκα δὲ ὁ θυμός, θρασύτας ἢ δειλία·
ὅκκα δὲ ἐπιθυμία, ἀκρασία·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ νόος, ἀφροσύνα,
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, πανουργία·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ θυμός, δειλία,
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, θράσος·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μεῖον ἀμβλακίσκῃ ἁ ἐπιθυμία, μισαδονία·
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, ἀκολασία·
ὅλως δὲ ἁ μὲν οὐ κατ᾿ ὀρθὸν λόγον συναρμογά, κακία·
ὅκκα μὲν γὰρ ὁ νόος τᾶς ψυχᾶς ἀμβλακίσκῃ, ὀνυμάζεται ἁ τοιάδε διάθεσις ἀφροσύνα·
ὅκκα δὲ ὁ θυμός, θρασύτας ἢ δειλία·
ὅκκα δὲ ἐπιθυμία, ἀκρασία·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ νόος, ἀφροσύνα,
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, πανουργία·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ θυμός, δειλία,
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, θράσος·
καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μεῖον ἀμβλακίσκῃ ἁ ἐπιθυμία, μισαδονία·
ὅκκα δ᾿ ἐπὶ τὸ μέζον, ἀκολασία·
ὅλως δὲ ἁ μὲν οὐ κατ᾿ ὀρθὸν λόγον συναρμογά, κακία·
αὕτα δ᾿ ὅκκα μὲν μηδενὸς ἕκατι γένηται, καλέεται ἀβελτερία·
ὅκκα δὲ φόβω, δειλία, ὅκκα δὲ ἁδονᾶς, ἀκολασία,
ὅκκα δὲ κέρδεος, ἀδικία.
ὅκκα δὲ φόβω, δειλία, ὅκκα δὲ ἁδονᾶς, ἀκολασία,
ὅκκα δὲ κέρδεος, ἀδικία.
ἁ δὲ κατ᾿ ὀρθὸν λόγον αὐτᾶς σύνταξις,
ὅκκα μὲν ἐν τῷ θεωρὲν καὶ κρίνεν γένηται, καλέεται φρόνασις·
ὅκκα δὲ ἐν τῷ ὑφίστασθαι ... τὰ ἁδέα, σαοφροσύνα·
ὅκκα δ᾿ ἐν τῷ κέρδεος ἀποσχέσθαι καὶ βλάβας τᾶς εἰς τὸν πλατίον, δικαιότας.
ὅκκα μὲν ἐν τῷ θεωρὲν καὶ κρίνεν γένηται, καλέεται φρόνασις·
ὅκκα δὲ ἐν τῷ ὑφίστασθαι ... τὰ ἁδέα, σαοφροσύνα·
ὅκκα δ᾿ ἐν τῷ κέρδεος ἀποσχέσθαι καὶ βλάβας τᾶς εἰς τὸν πλατίον, δικαιότας.
ἁ δὲ κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον αὐτᾶς σύνταξις καὶ παρὰ τὸν ὀρθὸν λόγον παράβασις, τῶ δέοντός ἐστι στοχασμὸς καὶ τῶ μὴ δέοντος ἀπόπτωσις.
ἔστι δὲ τὸ μὲν δέον, ὃ δεῖ ἦμεν· τοῦτο δὲ οὐκ ἀφαιρέσιος οὐδὲ προσθέσιος δέεται· αὐτὸ γάρ ἐστιν ὃ δεῖ ἦμεν. τῶ δὲ μὴ δέοντος εἴδεα δύο, τὸ μὲν ὑπερβολά, τὸ δ᾿ ἔλλειψις. καὶ ἁ μὲν ὑπερβολὰ τὸ πλέον τῶ δέοντός ἐντι, ἁ δ᾿ ἔλλειψις τὸ ἔλαττον. ἁ δ᾿ ἀρετὰ ἕξις τίς ἐντι τῶ δέοντος· διόπερ καὶ ἀκρότας καὶ μεσότας εὐθέως ἐντί· ἀκρότας μέν, διότι τῶ δέοντος ἔχεται· μεσότας δέ, ὅτι μεταξὺ τᾶς ὑπερβολᾶς καὶ τᾶς ἐλλείψιός ἐντιν.
οὕτως γὰρ καὶ μεσότατες τυγχάνοντι καὶ ἀκρότατες· μεσότατες μέν, ὅτι ἐκτὸς τᾶς ὑπερβολᾶς καὶ τᾶς ἐλλείψιος πίπτοντι· ἀκρότατες δέ, ὅτι οὔτε προσθέσιος οὔτ᾿ ἀφαιρέσιος δέονται· αὐτὰ γὰρ ἐντὶ ταῦτα, ἃ δεῖ αὐτὰ ἦμεν.
Stob. 3.1.118 p. 81 He. (Mullach 2 p. 20) Ἐν ταὐτῷ.
Ἐπεὶ δὲ ἁ τοῦ ἤθεος ἀρετὰ περὶ πάθεα, τῶν δὲ παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα, φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς, ἁδονὰν καὶ λύπαν, ἁ ἀρετὰ πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτα συναρμόζεσθαι. οὐδὲ γὰρ ὑγίεια, εὐκρατία τις ἔασα τῶν τῶ σώματος δυναμίων, ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρὸν καὶ τὸ ὑγρὸν καὶ τὸ ξηρὸν πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτα συγκερασθῆμεν· ἔντι γὰρ οἷον συμμετρία τις τούτων· οὐδ᾿ ἐν τᾷ μουσικᾷ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ ὀξὺ καὶ τὸ βαρὺ τὸ σύμφωνον πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτά πως συναρμόξασθαι. συναρμοσμένων γὰρ τῶ ὀξέος καὶ τῶ βαρέος τὸ μὲν σύμφωνον ἐναπολαμβάνεται, τὸ δὲ διάφωνον ἐκκρούεται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ ψυχροῦ καὶ τοῦ ὑγροῦ καὶ τοῦ ξηροῦ ἁ μὲν ὑγίεια γίνεται, ἁ δὲ νόσος ἀπόλλυται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τοῦ θυμοῦ καὶ τᾶς ἐπιθυμίας αἱ μὲν κακίαι καὶ τὰ πάθεα ἐξαιρέονται, αἱ δ᾿ ἀρεταὶ καὶ τὰ ἤθεα ἐγγίγνονται.
ἰδιαίτατον δὲ τᾶς τοῦ ἤθεος ἀρετᾶς ἁ προαίρεσις ἁ ἐν τοῖς καλοῖς. λόγῳ γὰρ καὶ δυνάμει συγχρέεσθαι δυνατὸν καὶ ἄνευ ἀρετᾶς, προαιρέσει δ᾿ οὐ δυνατόν· τὸ γὰρ ἀξίωμα τοῦ ἤθεος ἁ προαίρεσις σαμαίνει.
διὸ καὶ μετὰ βίας μὲν ἐπικρατέων ὁ λογισμὸς θυμοῦ καὶ ἐπιθυμίας ἐγκράτειαν καὶ καρτερίαν ἐμποιεῖ, μετὰ βίας δὲ πάλιν ἐκβιασθεὶς αὐτὸς ὑπὸ τῶ ἀλόγω, ἀκρασίαν καὶ μαλακίαν. ταὶ δὲ τοιαῦται διαθέσιες τᾶς ψυχᾶς ἡμιτελέες μὲν ἀρεταί, ἡμιτελέες δὲ κακίαι τυγχάνοντι. ὁ μὲν γὰρ λογισμὸς ὑγιαίνει, τὰ δ᾿ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς νοσεῖ. καὶ καθὸ μὲν ἄρχεται καὶ ἄγεται ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία ὑπὸ τῶ λόγον ἔχοντος μέρεος τᾶς ψυχᾶς, ἁ ἐγκράτεια καὶ ἁ καρτερία ἀρεταὶ τυγχάνοντι, καθὸ δὲ μετὰ βίας ἀλλ᾿ οὐχ ἑκουσίως τοῦτο πράσσοντι, κακίαι τυγχάνοντι.
δεῖ γὰρ τὰν ἀρετὰν μὴ μετὰ λύπας ἀλλὰ μεθ᾿ ἁδονᾶς τὰ δέοντα πράσσεν.
πάλιν δέ, καθὸ μὲν ἐπικρατεῖ ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία τῷ λογισμῷ, μαλακίαν καὶ ἀκρατίαν ἐπιφέροντα, κακίαι τινὲς τυγχάνοντι· καθὸ δὲ μετὰ λύπας χαρίζονται τοῖς πάθεσιν, εἰδότες ὅτι ἀμπλακίσκοντι τῶ ὑγιὲς εἶμεν τὸ ὄμμα τᾶς ψυχᾶς, ταύτᾳ δ᾿ οὐ κακίαι. πάλιν ὦν αὐτό γε τοῦτο φανερόν, ὅτι ἑκουσίως δεῖ τὰν ἀρετὰν τὰ δέοντα πράσσεν. τὸ μὲν ἀκούσιον οὐκ ἄνευ λύπας καὶ φόβω· τὸ δ᾿ ἑκούσιον οὐκ ἄνευ ἁδονᾶς καὶ φιλοφροσύνας.
ἅμα δὲ καὶ ὁ λόγος ὁ τᾶς διαιρέσιος συμπέσοι κα περὶ τῶ ταῦθ᾿ οὕτως ἔχεν. ἁ μὲν γὰρ γνῶσις καὶ ἁ ὅρασις τῶν πραγμάτων τῶ λόγον ἔχοντος μέρεος ἐντὶ τᾶς ψυχᾶς· ἁ δὲ δύναμις τῶ ἀλόγω. τὸ γὰρ ἀντέχεν μὲν δύνασθαι τοῖς πόνοις, ἐπικρατεῖν δὲ τᾶν ἁδονᾶν, οἰκεῖόν ἐντι τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς. ἁ δὲ προαίρεσις ἐν ἀμφοτέροις αὐτοῖς γίνεται, καὶ τῷ λόγον ἔχοντι μέρει τᾶς ψυχᾶς καὶ τῷ ἀλόγῳ· σύγκειται γὰρ ἐκ διανοίας καὶ ὀρέξιος, ὧν ἁ μὲν διάνοια τῶ λόγον ἔχοντός ἐντι, ἁ δ᾿ ὄρεξις τῶ ἀλόγω. διὸ καὶ ἀρετὰ πᾶσα ἐν συναρμογᾷ γίνεται τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς, καὶ τὸ ἑκούσιον δὲ καὶ τὸ προαιρετὸν πάντως ἐν τᾷ ἀρετᾷ.
Stob. 3.1.118 p. 81 He. (Mullach 2 p. 20) Ἐν ταὐτῷ.
Ἐπεὶ δὲ ἁ τοῦ ἤθεος ἀρετὰ περὶ πάθεα, τῶν δὲ παθέων ἁδονὰ καὶ λύπα ὑπέρτατα, φανερὸν ὅτι οὐκ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὰ πάθεα τᾶς ψυχᾶς, ἁδονὰν καὶ λύπαν, ἁ ἀρετὰ πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτα συναρμόζεσθαι. οὐδὲ γὰρ ὑγίεια, εὐκρατία τις ἔασα τῶν τῶ σώματος δυναμίων, ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ θερμὸν καὶ τὸ ψυχρὸν καὶ τὸ ὑγρὸν καὶ τὸ ξηρὸν πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτα συγκερασθῆμεν· ἔντι γὰρ οἷον συμμετρία τις τούτων· οὐδ᾿ ἐν τᾷ μουσικᾷ ἐν τῷ ὑπεξελέσθαι τὸ ὀξὺ καὶ τὸ βαρὺ τὸ σύμφωνον πέπτωκεν, ἀλλ᾿ ἐν τῷ ταῦτά πως συναρμόξασθαι. συναρμοσμένων γὰρ τῶ ὀξέος καὶ τῶ βαρέος τὸ μὲν σύμφωνον ἐναπολαμβάνεται, τὸ δὲ διάφωνον ἐκκρούεται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ ψυχροῦ καὶ τοῦ ὑγροῦ καὶ τοῦ ξηροῦ ἁ μὲν ὑγίεια γίνεται, ἁ δὲ νόσος ἀπόλλυται· συναρμοσμένων δὲ καὶ τοῦ θυμοῦ καὶ τᾶς ἐπιθυμίας αἱ μὲν κακίαι καὶ τὰ πάθεα ἐξαιρέονται, αἱ δ᾿ ἀρεταὶ καὶ τὰ ἤθεα ἐγγίγνονται.
ἰδιαίτατον δὲ τᾶς τοῦ ἤθεος ἀρετᾶς ἁ προαίρεσις ἁ ἐν τοῖς καλοῖς. λόγῳ γὰρ καὶ δυνάμει συγχρέεσθαι δυνατὸν καὶ ἄνευ ἀρετᾶς, προαιρέσει δ᾿ οὐ δυνατόν· τὸ γὰρ ἀξίωμα τοῦ ἤθεος ἁ προαίρεσις σαμαίνει.
διὸ καὶ μετὰ βίας μὲν ἐπικρατέων ὁ λογισμὸς θυμοῦ καὶ ἐπιθυμίας ἐγκράτειαν καὶ καρτερίαν ἐμποιεῖ, μετὰ βίας δὲ πάλιν ἐκβιασθεὶς αὐτὸς ὑπὸ τῶ ἀλόγω, ἀκρασίαν καὶ μαλακίαν. ταὶ δὲ τοιαῦται διαθέσιες τᾶς ψυχᾶς ἡμιτελέες μὲν ἀρεταί, ἡμιτελέες δὲ κακίαι τυγχάνοντι. ὁ μὲν γὰρ λογισμὸς ὑγιαίνει, τὰ δ᾿ ἄλογα μέρεα τᾶς ψυχᾶς νοσεῖ. καὶ καθὸ μὲν ἄρχεται καὶ ἄγεται ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία ὑπὸ τῶ λόγον ἔχοντος μέρεος τᾶς ψυχᾶς, ἁ ἐγκράτεια καὶ ἁ καρτερία ἀρεταὶ τυγχάνοντι, καθὸ δὲ μετὰ βίας ἀλλ᾿ οὐχ ἑκουσίως τοῦτο πράσσοντι, κακίαι τυγχάνοντι.
δεῖ γὰρ τὰν ἀρετὰν μὴ μετὰ λύπας ἀλλὰ μεθ᾿ ἁδονᾶς τὰ δέοντα πράσσεν.
πάλιν δέ, καθὸ μὲν ἐπικρατεῖ ὁ θυμὸς καὶ ἁ ἐπιθυμία τῷ λογισμῷ, μαλακίαν καὶ ἀκρατίαν ἐπιφέροντα, κακίαι τινὲς τυγχάνοντι· καθὸ δὲ μετὰ λύπας χαρίζονται τοῖς πάθεσιν, εἰδότες ὅτι ἀμπλακίσκοντι τῶ ὑγιὲς εἶμεν τὸ ὄμμα τᾶς ψυχᾶς, ταύτᾳ δ᾿ οὐ κακίαι. πάλιν ὦν αὐτό γε τοῦτο φανερόν, ὅτι ἑκουσίως δεῖ τὰν ἀρετὰν τὰ δέοντα πράσσεν. τὸ μὲν ἀκούσιον οὐκ ἄνευ λύπας καὶ φόβω· τὸ δ᾿ ἑκούσιον οὐκ ἄνευ ἁδονᾶς καὶ φιλοφροσύνας.
ἅμα δὲ καὶ ὁ λόγος ὁ τᾶς διαιρέσιος συμπέσοι κα περὶ τῶ ταῦθ᾿ οὕτως ἔχεν. ἁ μὲν γὰρ γνῶσις καὶ ἁ ὅρασις τῶν πραγμάτων τῶ λόγον ἔχοντος μέρεος ἐντὶ τᾶς ψυχᾶς· ἁ δὲ δύναμις τῶ ἀλόγω. τὸ γὰρ ἀντέχεν μὲν δύνασθαι τοῖς πόνοις, ἐπικρατεῖν δὲ τᾶν ἁδονᾶν, οἰκεῖόν ἐντι τῶ ἀλόγω μέρεος τᾶς ψυχᾶς. ἁ δὲ προαίρεσις ἐν ἀμφοτέροις αὐτοῖς γίνεται, καὶ τῷ λόγον ἔχοντι μέρει τᾶς ψυχᾶς καὶ τῷ ἀλόγῳ· σύγκειται γὰρ ἐκ διανοίας καὶ ὀρέξιος, ὧν ἁ μὲν διάνοια τῶ λόγον ἔχοντός ἐντι, ἁ δ᾿ ὄρεξις τῶ ἀλόγω. διὸ καὶ ἀρετὰ πᾶσα ἐν συναρμογᾷ γίνεται τῶν μερέων τᾶς ψυχᾶς, καὶ τὸ ἑκούσιον δὲ καὶ τὸ προαιρετὸν πάντως ἐν τᾷ ἀρετᾷ.
Νεοελληνική έκδοση:
Ἡ σύσταση τῆς ψυχῆς χωρίζεται σὲ λογική, θυμικὸ καὶ ἐπιθυμητικό. Ἡ λογικὴ κυβερνάει τὴ γνώση, τὸ θυμικὸ σχετίζεται μὲ τὴν παρόρμηση καὶ τὸ ἐπιθυμητικὸ κυβερνάει τὰ συναισθήματα τῆς ψυχῆς.
Ὅταν αὐτὰ τὰ τρία μέρη ἑνώνονται σὲ μία πράξη, ἐκδηλώνοντας μία σύνθετη ἐνέργεια, τότε ἡ ψυχὴ φθάνει σὲ ὁμολογία καὶ ἀρετή. Ὅταν ὁ στασιασμὸς τὰ χωρίζει, τότε ἐμφανίζεται κακία καὶ δυσαρμονία.
Ἡ ἀρετὴ συνεπῶς περιέχει τρία στοιχεῖα: γνώση, δύναμη καὶ προαίρεση.
Ἡ ἀρετὴ τῆς λογικῆς ἱκανότητας τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ σοφία, ἡ ὁποία εἶναι μία συνήθεια θεώρησης καὶ κρίσης.
Ἡ ἀρετὴ τοῦ θυμικοῦ μέρους εἶναι τὸ θάρρος, δηλαδὴ ἡ συνήθεια νὰ ὑπομένουμε τὰ τρομερὰ πράγματα καὶ νὰ ἀντιστεκόμαστε σ᾿ αὐτά.
Ἡ ἀρετὴ τοῦ ἐπιθυμητικοῦ μέρους εἶναι ἡ ἐγκράτεια, δηλαδὴ ἡ μετριοπάθεια καὶ ὁ περιορισμὸς τῶν ἡδονῶν ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ἡ ἀρετὴ τῆς ὅλης ψυχῆς εἶναι ἡ δικαιοσύνη, διότι οἱ ἄνθρωποι πράγματι γίνονται κακοὶ εἴτε μέσῳ ἀχρειότητας εἴτε μέσῳ ἀκολασίας εἴτε μέσῳ φυσικῆς ἀγριότητας. Βλάπτονται μεταξύ τους ἐξαιτίας τῆς κερδοσκοπίας, τῆς ἡδονῆς ἢ τῆς φιλοδοξίας.
Ἡ ἀρετὴ τῆς λογικῆς ἱκανότητας τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ σοφία, ἡ ὁποία εἶναι μία συνήθεια θεώρησης καὶ κρίσης.
Ἡ ἀρετὴ τοῦ θυμικοῦ μέρους εἶναι τὸ θάρρος, δηλαδὴ ἡ συνήθεια νὰ ὑπομένουμε τὰ τρομερὰ πράγματα καὶ νὰ ἀντιστεκόμαστε σ᾿ αὐτά.
Ἡ ἀρετὴ τοῦ ἐπιθυμητικοῦ μέρους εἶναι ἡ ἐγκράτεια, δηλαδὴ ἡ μετριοπάθεια καὶ ὁ περιορισμὸς τῶν ἡδονῶν ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ἡ ἀρετὴ τῆς ὅλης ψυχῆς εἶναι ἡ δικαιοσύνη, διότι οἱ ἄνθρωποι πράγματι γίνονται κακοὶ εἴτε μέσῳ ἀχρειότητας εἴτε μέσῳ ἀκολασίας εἴτε μέσῳ φυσικῆς ἀγριότητας. Βλάπτονται μεταξύ τους ἐξαιτίας τῆς κερδοσκοπίας, τῆς ἡδονῆς ἢ τῆς φιλοδοξίας.
Ἡ ἀχρειότητα ἑπομένως ἀνήκει πιὸ σωστὰ στὸ λογικὸ μέρος τῆς ψυχῆς. Ἐνῷ ἡ σύνεση εἶναι παρόμοια μὲ τὴν καλὴ τέχνη, ἡ ἀχρειότητα μὲ τὴν κακὴ τέχνη ποὺ ἐπινοεῖ τεχνάσματα γιὰ νὰ δράσει ἄδικα.
Ἡ ἀκολασία ἀνήκει στὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ἡ ἐγκράτεια συνίσταται στὴν καθυπόταξη καὶ ἡ ἀκολασία στὴν ἀποτυχία καθυπόταξης τῶν ἡδονῶν.
Ἡ ἀγριότητα ἀνήκει στὸ θυμικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, διότι ὅταν κάποιος παρακινεῖται ἀπὸ κακὲς ἐπιθυμίες, ἱκανοποιεῖται ὄχι ὅπως ἁρμόζει σὲ ἄνθρωπο ἀλλὰ σὲ ζῷο, καὶ αὐτὸ ὀνομάζεται ἀγριότητα.
Ἡ ἀκολασία ἀνήκει στὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ ἡ ἐγκράτεια συνίσταται στὴν καθυπόταξη καὶ ἡ ἀκολασία στὴν ἀποτυχία καθυπόταξης τῶν ἡδονῶν.
Ἡ ἀγριότητα ἀνήκει στὸ θυμικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, διότι ὅταν κάποιος παρακινεῖται ἀπὸ κακὲς ἐπιθυμίες, ἱκανοποιεῖται ὄχι ὅπως ἁρμόζει σὲ ἄνθρωπο ἀλλὰ σὲ ζῷο, καὶ αὐτὸ ὀνομάζεται ἀγριότητα.
Τὰ ἀποτελέσματα αὐτῶν τῶν διαθέσεων προκύπτουν ἐπίσης ἀπὸ τὰ πράγματα χάρη τῶν ὁποίων γίνονται.
Ἡ ἀχρειότητα, προερχόμενη ἀπὸ τὸ λογικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, καταλήγει σὲ ἀπληστία.
Τὸ λάθος τοῦ θυμικοῦ μέρους εἶναι ἡ φιλοδοξία, ἡ ὁποία καταλήγει σὲ ἀγριότητα
καὶ καθὼς τὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος καταλήγει σὲ ἡδονή, αὐτὸ προκαλεῖ ἀκολασία.
Ἡ ἀχρειότητα, προερχόμενη ἀπὸ τὸ λογικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, καταλήγει σὲ ἀπληστία.
Τὸ λάθος τοῦ θυμικοῦ μέρους εἶναι ἡ φιλοδοξία, ἡ ὁποία καταλήγει σὲ ἀγριότητα
καὶ καθὼς τὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος καταλήγει σὲ ἡδονή, αὐτὸ προκαλεῖ ἀκολασία.
Ὅπως οἱ ἄδικες πράξεις εἶναι ἀποτέλεσμα πολλῶν αἰτιῶν, τὸ ἴδιο καὶ οἱ δίκαιες πράξεις· διότι ἡ ἀρετὴ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση της εὐεργετικὴ καὶ ἐπικερδής, ἐνῷ ἡ κακία εἶναι κακοποιὸς καὶ ἐπιβλαβής.
Ἀφοῦ ὅμως ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς ὁδηγεῖ, ἐνῷ τὸ ἄλλο ἀκολουθεῖ καὶ ἀφοῦ οἱ ἀρετὲς καὶ οἱ κακίες συνυπάρχουν σὲ αὐτά, εἶναι φανερὸ ὅτι καὶ ὅσον ἀφορᾷ τὶς ἀρετές, ἐπίσης μερικὲς ἡγοῦνται καὶ ἄλλες ἀκολουθοῦν, ἐνῷ ἄλλες εἶναι σύνθετες.
Ἐκεῖνες ποὺ ἡγοῦνται, εἶναι ἀρετὲς τέτοιες, ὅπως ἡ σοφία· ἐκεῖνες ποὺ ἀκολουθοῦν εἶναι ἀρετὲς τέτοιες, ὅπως τὸ θάρρος καὶ ἡ ἐγκράτεια· καὶ στὶς σύνθετες περιλαμβάνεται ἡ δικαιοσύνη.
Οἱ ἀρετὲς λοιπὸν συνυπάρχουν στὰ πάθη, ἔτσι ὥστε μποροῦμε νὰ ἀποκαλέσουμε αὐτὰ τὰ τελευταῖα ὕλη τῶν πρώτων.
Ἀπὸ τὰ πάθη τὸ μὲν ἕνα εἶναι ἑκούσιο καὶ τὸ ἄλλο ἀκούσιο· ἡ ἡδονὴ εἶναι ἐκούσια καὶ ὁ πόνος ἀκούσιος.
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ διαθέτουν πολιτικὲς ἀρετὲς αὐξάνουν καὶ μειώνουν αὐτά, ὀργανώνοντας τὰ ἄλλα μέρη τῆς ψυχῆς σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο ποὺ κατέχει λογική. Τὸ ἐπιθυμητὸ σημεῖο αὐτῆς τῆς προσαρμογῆς εἶναι ὅτι ἡ διάνοια δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐμποδίζεται στὴν ἐκτέλεση τοῦ κατάλληλου ἔργου της, οὔτε ἀπὸ ἔλλειψη οὔτε ἀπὸ ὑπερβολή.
Προσαρμόζουμε τὸ λιγότερο ἀγαθὸ σὲ ἐκεῖνο ποὺ εἶναι περισσότερο ἀγαθὸ καὶ στὸν κόσμο κάθε μέρος ποὺ εἶναι πάντα παθητικό, ὑφίσταται χάριν ἐκείνου τὸ ὁποῖο πάντα κινεῖται.
Στὴν ἕνωση τῶν ὄντων τὸ θηλυκὸ ὑφίσταται χάριν τοῦ ἀρσενικοῦ, διότι αὐτὸ τὸ τελευταῖο σπέρνει, γεννώντας μία ψυχή, ἐνῷ τὸ πρῶτο μεταβιβάζει ἐπίσης ὕλη σὲ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο γεννιέται.
Στὴν ψυχὴ τὸ ἄλογο ὑφίσταται χάριν τοῦ λογικοῦ μέρους.
Ἡ ὀργὴ καὶ ἡ ἐπιθυμία ὀργανώνονται σὲ σχέση μὲ τὸ πρῶτο μέρος τῆς ψυχῆς· ἡ πρώτη σὰν ἕνας δορυφόρος καὶ φύλακας τοῦ σώματος, ἡ δεύτερη σὰν ἕνας παρασκευαστῆς καὶ χορηγὸς κάθε ἀναγκαίου.
Ἡ διάνοια, ὄντας ἑδραιωμένη στὴν ἀνώτερη κορυφὴ τοῦ σώματος καὶ ἔχοντας μία θέα ἐκείνου ποὺ εἶναι ἀπὸ ὅλες τὶς μεριὲς λαμπερὸ καὶ διαφανές, διερευνᾷ τὴ σοφία τῶν ἀληθινῶν ὄντων. Αὐτὴ εἶναι πράγματι ἡ φυσικὴ λειτουργία της, νὰ διερευνᾷ καὶ νὰ κατέχει τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ ἀκολουθεῖ ἐκεῖνα τὰ ὄντα ποὺ εἶναι πιὸ ἔξοχα καὶ σεβαστὰ ἀπὸ τὴν ἴδια. Διότι ἡ γνώση τῶν θείων καὶ πιὸ σεβαστῶν πραγμάτων εἶναι ἡ ἀρχή, ἡ αἰτία καὶ ὁ κανόνας τῆς ἀνθρώπινης εὐδαιμονίας.
Οἱ ἀρχὲς ὅλων τῶν ἀρετῶν εἶναι τρεῖς: γνώση, δύναμη καὶ προαίρεση.
Ἡ γνώση πράγματι εἶναι ἐκείνη μέσῳ τῆς ὁποίας συλλογιζόμαστε καὶ διαμορφώνουμε μία κρίση τῶν πραγμάτων ἡ δύναμη εἶναι μία ὁρισμένη φυσικὴ ρώμη ἀπὸ τὴν ὁποία ἀντλοῦμε τὴν ὑπόστασή μας καὶ ἡ ὁποία χαρίζει σταθερότητα στὶς πράξεις μας· καὶ ἡ προαίρεση εἶναι, θὰ λέγαμε, τὸ χέρι τῆς ψυχῆς τὸ ὁποῖο μας ὠθεῖ νὰ προσεγγίσουμε καὶ νὰ οἰκειοποιηθοῦμε τὰ πράγματα.
* * *
Ἡ ψυχὴ χωρίζεται στὴ λογική, τὸ θυμικὸ καὶ τὸ ἐπιθυμητικό.Ἡ λογικὴ ἱκανότητα κυβερνᾷ τὴ γνώση,
τὸ θυμικὸ σχετίζεται μὲ τὴν παρόρμηση καὶ
τὸ ἐπιθυμητικὸ κυβερνᾷ θαρραλέα τὰ συναισθήματα τῆς ψυχῆς.
Ὅταν αὐτὰ τὰ τρία μέρη ἑνώνονται σὲ μία δράση, ἐκδηλώνοντας μία σύνθετη ἐνέργεια, τότε προκύπτει στὴν ψυχὴ ὁμολογία καὶ ἀρετή. Ὅταν ὁ στασιασμὸς τὰ χωρίζει, τότε ἐμφανίζεται δυσαρμονία καὶ κακία.
Ὅταν ἡ λογικὴ ἱκανότητα ἐπικρατεῖ τοῦ ἄλογου μέρους τῆς ψυχῆς, τότε προκύπτει καρτερία καὶ ἐγκράτεια·
καρτερία, ὅταν κατεχόμεθα ἀπὸ πόνους καὶ ἐγκράτεια, ὅταν κατεχόμεθα ἀπὸ ἡδονές.
Ἀλλὰ ὅταν τὰ ἄλογα μέρη τῆς ψυχῆς ἐπικρατοῦν τοῦ λογικοῦ μέρους, τότε προκαλεῖται μαλθακότητα καὶ ἀκράτεια·
μαλθακότητα, διότι ἀποφεύγουμε τὸ μόχθο καὶ ἀκράτεια, διότι μᾶς ὑπερνικοῦν οἱ ἡδονές.
Ὅταν ὅμως ἐπικρατεῖ τὸ καλύτερο μέρος τῆς ψυχῆς, τὸ κατώτερο ἐλέγχεται· τὸ πρῶτο ὁδηγεῖ καὶ τὸ δεύτερο ἀκολουθεῖ, ἐνῷ καὶ τὰ δυὸ συναινοῦν καὶ συνομολογοῦν καὶ τότε σὲ ὁλόκληρη τὴν ψυχὴ γεννιέται ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ τέλεια ἀγαθότητα.
Ἐπίσης, ὅταν τὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς ἀκολουθεῖ τὴ λογική, τότε γεννιέται ἡ σωφροσύνη ὅταν αὐτὸ συμβαίνει μὲ τὸ θυμικό, τότε γεννιέται ἡ ἀνδρεία καὶ ὅταν λαμβάνει χώρα σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς ψυχῆς, τότε προκύπτει ἡ δικαιοσύνη.
Ἡ δικαιοσύνη εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία χωρίζει ὅλες τὶς κακίες καὶ ὅλες τὶς ἀρετὲς τῆς ψυχῆς μεταξύ τους. Ἡ δικαιοσύνη εἶναι σὰν ἕνα σύστημα καὶ ὀργάνωση τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς καὶ τέλεια καὶ ὑπέρτατη ἀρετή· σὲ αὐτὴν περιέχεται τὸ καθετί, ἐνῷ τὰ ἄλλα ἀγαθά της ψυχῆς δὲν μποροῦν νὰ ὑπάρξουν χωρὶς αὐτήν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ δικαιοσύνη κατέχει μεγάλη δύναμη τόσο μεταξὺ τῶν θεῶν, ὅσο καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Περιέχει τὸ δεσμὸ μέσῳ τοῦ ὁποίου συνδέεται ὁλόκληρο τὸ σύμπαν καὶ ἐπίσης ἐκεῖνον μέσῳ τοῦ ὁποίου συνδέονται οἱ θεοὶ καὶ οἱ ἄνθρωποι. Μεταξὺ τῶν οὐράνιων θεῶν ὀνομάζεται θέμις καὶ μεταξὺ τῶν χθονίων ὀνομάζεται Δίκη, ἐνῷ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ὀνομάζεται Νόμος. Αὐτὰ δὲν εἶναι παρὰ σύμβολα καὶ σημεῖα ποὺ ὑποδηλώνουν ὅτι ἡ δικαιοσύνη εἶναι ἡ ὑπέρτατη ἀρετή.
Ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια διαπιστώνεται καὶ ἀπὸ τὰ ὀνόματα:
ὅταν ἡ λογικὴ τῆς ψυχῆς μειονεκτεῖ αὐτὴ ἡ διάθεση ὀνομάζεται ἀφροσύνη
ὅταν μειονεκτεῖ τὸ θυμικό, ὀνομάζεται θρασύτητα ἢ δειλία·
ὅταν μειονεκτεῖ τὸ ἐπιθυμητικό, ἀκράτεια.
Ὅταν πάλι ἀμβλύνεται ἡ λογική, τὸ ὀνομάζουμε ἀφροσύνη· ὅταν ὀξύνεται, θράσος·
ὅταν ἀμβλύνεται τὸ ἐπιθυμητικό, τὸ ὀνομάζουμε φιληδονία· ὅταν ὀξύνεται, ἀκολασία καὶ
συνολικὰ ὁ συνδυασμὸς ὅλων, ὅταν δὲν γίνεται μὲ ὀρθολογισμό, ὀνομάζεται κακία.
Ἂν αὐτὴ ἡ κακία προκαλεῖται ἀπὸ κάτι συγκεκριμένο, ἀποκαλεῖται ἀνοησία·
ἂν προκαλεῖται ἀπὸ φόβο, δειλία· ἂν ἀπὸ ἡδονές, ἀκολασία· ἂν ἀπὸ κερδοσκοπία, ἀδικία.
Συνεπῶς ἡ ἀρετή, ὅταν συνίσταται στὸ συλλογισμὸ καὶ τὴν κρίση, ὀνομάζεται φρόνηση·
ὅταν συνίσταται στὴν ἀντοχὴ φοβερῶν πραγμάτων, ὀνομάζεται θάρρος·
ὅταν συνίσταται στὴν καταστολὴ τῶν ἡδονῶν, ὀνομάζεται ἐγκράτεια·
καὶ ὅταν σχετίζεται μὲ τὴν ἀποφυγὴ τῆς βλάβης τῶν ἄλλων, ὀνομάζεται δικαιοσύνη.
Ἡ ὑπακοὴ συνεπῶς στὴν ἀρετή, σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθὴ λογική, καὶ ἡ παρέκκλιση ἀπὸ αὐτήν, ἀντίθετα πρὸς τὴν ὀρθὴ λογική, τείνουν ἡ μὲν πρὸς τὴν κοσμιότητα, ἡ δὲ πρὸς τὸ ἀντίθετό της. Τὸ δέον εἶναι αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ εἶναι. Δὲν ἀπαιτεῖ οὔτε προσθήκη οὔτε ἀφαίρεση, ὄντας ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι.
Τὸ μὴ δέον εἶναι δυὸ εἰδῶν: ἡ ὑπερβολὴ καὶ ἡ ἔλλειψη. Ἡ ὑπερβολὴ εἶναι ἡ περίσσεια τοῦ δέοντος καὶ ἡ ἔλλειψη εἶναι τὸ λιγότερο τοῦ δέοντος.
Ἡ ἀρετὴ ὅμως εἶναι ἡ κατοχὴ τοῦ δέοντος. Ἔτσι εἶναι ταυτόχρονα ἀκρότητα καὶ μεσότητα. Εἶναι μεσότητα, ἐπειδὴ βρίσκεται ἀνάμεσα στὴν ὑπερβολὴ καὶ τὴν ἔλλειψη· εἶναι ἀκρότητα, ἐπειδὴ δὲν δέχεται οὔτε αὔξηση οὔτε μείωση, ὄντας ἀκριβῶς ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι.
Ἀφοῦ ὅμως ἡ ἀρετὴ τοῦ ἤθους ἔχει σχέση μὲ τὰ πάθη, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ὑπέρτατα εἶναι ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ λύπη, εἶναι φανερὸ ὅτι ἡ ἀρετὴ δὲν συνίσταται στὴν ἐκρίζωση τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς, τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς λύπης, ἀλλὰ στὴν ἐναρμόνισή τους. Διότι οὔτε ἡ ὑγεία, ποὺ εἶναι ἕνας καλὸς συγκερασμὸς τῶν σωματικῶν δυνάμεων, ἔγκειται στὴν ἀφαίρεση τοῦ ψυχροῦ καὶ τοῦ θερμοῦ, τοῦ ὑγροῦ καὶ τοῦ ξηροῦ, ἀλλὰ στὸν κατάλληλο καὶ συμμετρικὸ συγκερασμό τους. Διότι ἡ ὑγεία εἶναι μία συμμετρία ὅλων αὐτῶν. Παρόμοια στὴ μουσικὴ ἡ ἁρμονία δὲν βρίσκεται στὴν ἐξαίρεση τοῦ ὑψηλοῦ καὶ τοῦ χαμηλοῦ τόνου, ἀλλὰ στὸν κατάλληλο συνδυασμό τους. Διότι ὅταν αὐτοὶ οἱ ἦχοι συνταιριάζονται, τότε προκύπτει συμφωνία καὶ ἡ παραφωνία ἀποκλείεται. Ἐπίσης τὸ ἁρμονικὸ συνταίριασμα τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ ψυχροῦ, τοῦ ὑγροῦ καὶ τοῦ ξηροῦ, προκαλεῖ ὑγεία καὶ καταστρέφει τὴν ἀσθένεια. Ἔτσι καὶ στὴν ψυχὴ ὅταν συνταιριάζεται τὸ θυμικὸ καὶ τὸ ἐπιθυμητικό, τότε οἱ κακίες καὶ τὰ ἄλλα πάθη ἐξαφανίζονται καὶ δημιουργοῦνται οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ καλὰ ἤθη.
Τὸ σπουδαιότερο χαρακτηριστικό της ἠθικῆς ἀρετῆς εἶναι ἡ προαίρεση στὰ καλά. Διότι ἡ λογικὴ καὶ ἡ δύναμη εἶναι δυνατὸν νὰ χρησιμοποιηθοῦν καὶ χωρὶς τὴν ἀρετή, ἡ προαίρεση ὅμως εἶναι ἀδύνατον. Διότι ἡ προαίρεση δείχνει τὴν ποιότητα τοῦ ἤθους.
Ὅταν ἡ λογικὴ ἐπιβάλλεται πάνω στὴν παρόρμηση καὶ στὸ συναίσθημα, τότε δημιουργεῖ ἐγκράτεια καὶ καρτερία. Ὅταν ὅμως ἡ λογικὴ ἐκθρονίζεται ἀπὸ τὸ ἄλογο μέρος τῆς ψυχῆς, τότε προκαλεῖται ἀκράτεια καὶ μαλθακότητα. Αὐτὲς οἱ διαθέσεις τῆς ψυχῆς εἶναι ἡμιτελεῖς ἀρετὲς καὶ ἡμιτελεῖς κακίες. Διότι εἶναι μὲν ὑγιὴς ἡ λογική, νοσεῖ ὅμως τὸ ἄλογο μέρος τῆς ψυχῆς. Καὶ ὅσο ἡ παρόρμηση καὶ τὸ συναίσθημα ἐλέγχονται καὶ καθοδηγοῦνται ἀπὸ τὸ λογικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, προκύπτουν οἱ ἀρετές, ἡ ἐγκράτεια καὶ ἡ καρτερία. Ὅμως ὅταν αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴ βία καὶ ὄχι ἑκούσια, τότε προκαλοῦνται κακίες.
Διότι ἡ ἀρετὴ πρέπει νὰ κάνει τὰ δέοντα ὄχι μὲ λύπη ἀλλὰ μὲ εὐχαρίστηση.
Ὅταν πάλι ἡ παρόρμηση καὶ τὸ συναίσθημα ὑπερτεροῦν τῆς λογικῆς, προκαλοῦν μαλθακότητα καὶ ἀκράτεια καὶ προκύπτουν κακίες. Ὅταν τὰ πάθη ὑποχωροῦν μὲ λύπη καὶ ἔχοντας ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτίας, διότι τὸ μάτι τῆς ψυχῆς εἶναι ὑγιές, τότε δὲν ἔχουμε κακία. Εἶναι συνεπῶς φανερὸ ὅτι ἡ ἀρετὴ πρέπει ἐκούσια νὰ ἐκτελεῖ τὰ δέοντα, διότι τὸ ἀκούσιο συνοδεύεται ἀπὸ τὴ λύπη καὶ τὸ φόβο, ἐνῷ τὸ ἑκούσιο δὲν γίνεται χωρὶς εὐχαρίστηση καὶ φιλοφροσύνη.
Αὐτὰ λοιπὸν ἐπιβεβαιώνονται καὶ ἀπὸ τὴν αἰτία τῆς διαίρεσης. Ἡ γνώση καὶ ἡ ἀντίληψη τῶν πραγμάτων εἶναι στοιχεῖα τοῦ λογικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς, ἐνῷ ἡ δύναμη ἀνήκει στὸ ἄλογο μέρος, τοῦ ὁποίου στοιχεῖο εἶναι τὸ νὰ μὴν μπορεῖς νὰ ὑπομένεις τοὺς μόχθους ἢ νὰ ἐξουσιάζεις τὶς ἡδονές. Ἐνῷ ἡ προαίρεση ὑπάρχει καὶ στὰ δυό, δηλαδὴ στὸ λογικὸ καὶ στὸ ἄλογο μέρος τῆς ψυχῆς, διότι συστατικά της εἶναι ἡ διάνοια καὶ ἡ ὄρεξη (κλίση,πόθος) καὶ ἡ διάνοια εἶναι λειτουργία τοῦ λογικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς, ἐνῷ ἡ ὄρεξη τοῦ ἀλόγου. Συνεπῶς κάθε ἀρετὴ ἔγκειται στὴν ἀμοιβαία προσαρμογὴ τῶν μερῶν τῆς ψυχῆς, ἐνῷ τὸ ἑκούσιο καὶ τὸ προαιρετικὸ εἶναι ὁπωσδήποτε στοιχεῖα τῆς ἀρετῆς.
Διότι ἡ ἀληθινὴ ἀρετὴ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ συνήθεια τοῦ δέοντος. Τὸ δέον εἶναι αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ εἶναι καὶ τὸ μὴ δέον αὐτὸ ποὺ δὲν πρέπει νὰ εἶναι. Τὸ μὴ δέον ὅμως ἔχει δυὸ εἴδη· τὴν ὑπερβολὴ καὶ τὴν ἔλλειψη. Ὑπερβολὴ εἶναι τὸ περισσότερο τοῦ δέοντος καὶ ἔλλειψη εἶναι τὸ λιγότερό του δέοντος. Ἀφοῦ ὅμως τὸ δέον εἶναι αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ πρέπει νὰ εἶναι, μπορεῖ νὰ βρίσκεται στὸ ἄκρο καὶ στὸ μέσον. Βρίσκεται στὸ ἄκρο, διότι δὲν χρειάζεται οὔτε προσθήκη οὔτε ἀφαίρεση ἐνῷ στὸ μέσον βρίσκεται, ἐπειδὴ εἶναι μεταξὺ τῆς ὑπερβολῆς καὶ τῆς ἔλλειψης. Τὸ δέον καὶ τὸ μὴ δέον ἔχουν μεταξὺ τοὺς τὴν ἴδια σχέση ποὺ ἔχει τὸ ἴσο μὲ τὸ ἄνισο, τὸ συντεταγμένο μὲ τὸ ἄτακτο καὶ τὰ δυὸ αὐτὰ εἶναι τὸ πεπερασμένο καὶ τὸ ἄπειρο. Ἔτσι τὰ μέρη τοῦ ἀνίσου ἔχουν ἕνα λόγο πρὸς τὸ μέσον καὶ ὄχι μεταξύ τους. Γιὰ παράδειγμα, ἀμβλεῖα γωνία λέμε τὴ γωνία ποὺ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ὀρθή, ἐνῷ ὀξεῖα λέμε ἐκείνη ποὺ εἶναι μικρότερη ἀπὸ τὴν ὀρθή. (Σὲ ἕναν κύκλο) μεγαλύτερη εἶναι ἡ εὐθεῖα ἀπὸ τὶς ἀκτῖνες ποὺ σύρονται ἀπὸ τὸ κέντρο. Καὶ μακρότερη ἡμέρα εἶναι ἐκείνη ποὺ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς ἰσημερίας. Ἐπίσης, ἡ ὑπερβολικὴ θερμότητα ἢ ψυχρότητα προκαλεῖ ἀσθένειες. Τὸ θερμότερο εἶναι τὸ περισσότερο τοῦ κανονικοῦ καὶ τὸ ψυχρότερο εἶναι τὸ λιγότερο τοῦ κανονικοῦ.
Ἡ ἴδια ἀναλογία ἰσχύει καὶ σχετικὰ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὴ διάθεσή της. Ἡ θρασύτητα, γιὰ παράδειγμα, εἶναι μία ὑπερβολὴ τοῦ δέοντος στὴν ἀντιμετώπιση τῶν δυσκολιῶν, ἐνῷ ἡ δειλία εἶναι ἡ ἔλλειψη τοῦ δέοντος. Ἀσωτία πάλι εἶναι ἡ ὑπερβολὴ τοῦ δέοντος στὶς χρηματικὲς δαπάνες, ἐνῷ φιλαργυρία εἶναι ἡ ἔλλειψή του. Ὀργὴ εἶναι ἡ ὑπερβολὴ τοῦ δέοντος στὴν ὁρμὴ τοῦ θυμοῦ, ἐνῷ ἀναισθησία εἶναι ἡ ἀντίστοιχη ἔλλειψη. Ἡ ἴδια ἀναλογία ὑπάρχει καὶ στὶς ἄλλες διαθέσεις τῆς ψυχῆς.
Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ ἀρετὴ εἶναι ἡ συνήθεια τοῦ δέοντος, πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ μεσότητα τῶν παθῶν, δηλαδὴ νὰ μὴν εἶναι οὔτε χωρὶς πάθη, οὔτε μὲ ἔντονα πάθη. Διότι ἡ ἀπόλυτη ἔλλειψη πάθους κάνει τὴν ψυχὴ χωρὶς παρόρμηση καὶ ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὸ καλό, ἐνῷ τὰ ἔντονα πάθη τὴν κάνουν ἀκαταλόγιστη. Τὸ πάθος λοιπὸν πρέπει νὰ ἀκολουθεῖ τὴν ἀρετή, ὅπως ἡ σκιὰ καὶ τὸ περίγραμμα τῶν εἰκόνων στὴ ζωγραφική. Διότι ἡ ζωντάνια καὶ ἡ λεπτότητα καὶ ἡ μίμηση τοῦ φυσικοῦ πετυχαίνονται κυρίως μὲ τὶς σκιάσεις καὶ τὸν κατάλληλο συνδυασμὸ τῶν χρωμάτων. Τὰ πάθη τῆς ψυχῆς εἶναι κάτι ζωντανὸ καὶ ἐνυπάρχουν στὴν παρόρμηση καὶ στὸν ἐνθουσιασμὸ τῆς φυσικῆς ἀρετῆς. Διότι ἡ ἀρετὴ γεννιέται μὲ τὰ πάθη καὶ ἀναπτύσσεται μαζὶ μὲ αὐτά, ὅπως ἡ ὡραία ἁρμονία παράγεται ἀπὸ τὸν ὀξὺ καὶ τὸ βαρὺ ἦχο, καὶ τὸ εὔκρατο παράγεται ἀπὸ τὸ θερμὸ καὶ τὸ ψυχρὸ καὶ τὸ ἰσόρροπο ἀπὸ τὸ βαρὺ καὶ τὸ ἐλαφρύ. Δὲν πρέπει ἑπομένως νὰ ἀφαιρέσουμε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ κάτι τέτοιο δὲν εἶναι ὠφέλιμο, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὰ συνταιριάξουμε μὲ τὴ λογικὴ σύμφωνα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ δέοντος καὶ τοῦ μετρίου.
Ντάνιελ Κάνεμαν: Ο γρίφος που διαχωρίζει το βίωμα από την εμπειρία.
Ντάνιελ Κάνεμαν: Ο γρίφος που διαχωρίζει το βίωμα από την εμπειρία.
About this talk
Χρησιμοποιώντας παραδείγματα από τις διακοπές έως τις κολονοσκοπήσεις, ο βραβευμένος με Νόμπελ και ιδρυτής των συμπεριφορικών οικονομικών Ντάνιελ Κάνεμαν διαφωτίζει πως οι "βιωματικοί εαυτοί" μας και οι "εμπειρικοί εαυτοί" μας αντιλαμβάνονται την ευτυχία διαφορετικά. Αυτή η νέα αντίληψη έχει σημαντικές επιρροές στα οικονομικά, τη δημόσια πολιτική -- καθώς και στην κατανόηση του εαυτού μας.
About Daniel Kahneman
Why you should listen to him:
Daniel Kahneman is an eminence grise for the Freakonomics crowd. In the mid-1970s, with his collaborator Amos Tversky, he was among the first academics to pick apart exactly why we make "wrong" decisions. In their 1979 paper on prospect theory, Kahneman and Tversky examined a simple problem of economic risk. And rather than stating the optimal, rational answer, as an economist of the time might have, they quantified how most real people, consistently, make a less-rational choice. Their work treated economics not as a perfect or self-correcting machine, but as a system prey to quirks of human perception. The field of behavioral economics was born.
Kahneman was awarded the Nobel Memorial prize in 2002 for his work with Tversky, who died before the award was bestowed. In a lovely passage in his Nobel biography, Kahneman looks back on his deep collaboration with Tversky and calls for a new form of academic cooperation, marked not by turf battles but by "adversarial collaboration," a good-faith effort by unlike minds to conduct joint research, critiquing each other in the service of an ideal of truth to which both can contribute.
Kahneman was awarded the Nobel Memorial prize in 2002 for his work with Tversky, who died before the award was bestowed. In a lovely passage in his Nobel biography, Kahneman looks back on his deep collaboration with Tversky and calls for a new form of academic cooperation, marked not by turf battles but by "adversarial collaboration," a good-faith effort by unlike minds to conduct joint research, critiquing each other in the service of an ideal of truth to which both can contribute.
"Amos and I shared the wonder of together owning a goose that could lay golden eggs -- a joint mind that was better than our separate minds."Daniel Kahneman
Dan Dennett: Η θρησκεία ως κοινωνικό εξελικτικό φαινόμενο
Dan Dennett's response to Rick Warren
About this talk
Philosopher Dan Dennett calls for religion -- all religion -- to be taught in schools, so we can understand its nature as a natural phenomenon. Then he takes on The Purpose-Driven Life, disputing its claim that, to be moral, one must deny evolution.
About Dan Dennett
Philosopher and scientist Dan Dennett argues that human consciousness and free will are the result of physical processes and are not what we traditionally think they are. His 2003 book Freedom Evolves explores the way our brains have evolved to give us -- and only us -- the kind of freedom that matters, while 2006's Breaking the Spell examines religious belief through the lens of biology.
Why you should listen to him:
One of our most important living philosophers, Dan Dennett is best known for his provocative and controversial arguments that human consciousness and free will are the result of physical processes in the brain. He argues that the brain's computational circuitry fools us into thinking we know more than we do, and that what we call consciousness — isn't.
This mind-shifting perspective on the mind itself has distinguished Dennett's career as a philosopher and cognitive scientist. And while the philosophy community has never quite known what to make of Dennett (he defies easy categorization, and refuses to affiliate himself with accepted schools of thought), his computational approach to understanding the brain has made him, as Edge's John Brockman writes, “the philosopher of choice of the AI community.”
“It's tempting to say that Dennett has never met a robot he didn't like, and that what he likes most about them is that they are philosophical experiments,” Harry Blume wrote in the Atlantic Monthly in 1998. “To the question of whether machines can attain high-order intelligence, Dennett makes this provocative answer: ‘The best reason for believing that robots might some day become conscious is that we human beings are conscious, and we are a sort of robot ourselves.'”
In recent years, Dennett has become outspoken in his atheism, and his 2006 book Breaking the Spell calls for religion to be studied through the scientific lens of evolutionary biology. Dennett regards religion as a natural -- rather than supernatural -- phenomenon, and urges schools to break the taboo against empirical examination of religion. He argues that religion's influence over human behavior is precisely what makes gaining a rational understanding of it so necessary: “If we don't understand religion, we're going to miss our chance to improve the world in the 21st century.”
A prolific writer, Dennett's landmark books include The Mind's I, co-edited with Douglas Hofstedter, Consciousness Explained, and Darwin's Dangerous Idea.
This mind-shifting perspective on the mind itself has distinguished Dennett's career as a philosopher and cognitive scientist. And while the philosophy community has never quite known what to make of Dennett (he defies easy categorization, and refuses to affiliate himself with accepted schools of thought), his computational approach to understanding the brain has made him, as Edge's John Brockman writes, “the philosopher of choice of the AI community.”
“It's tempting to say that Dennett has never met a robot he didn't like, and that what he likes most about them is that they are philosophical experiments,” Harry Blume wrote in the Atlantic Monthly in 1998. “To the question of whether machines can attain high-order intelligence, Dennett makes this provocative answer: ‘The best reason for believing that robots might some day become conscious is that we human beings are conscious, and we are a sort of robot ourselves.'”
In recent years, Dennett has become outspoken in his atheism, and his 2006 book Breaking the Spell calls for religion to be studied through the scientific lens of evolutionary biology. Dennett regards religion as a natural -- rather than supernatural -- phenomenon, and urges schools to break the taboo against empirical examination of religion. He argues that religion's influence over human behavior is precisely what makes gaining a rational understanding of it so necessary: “If we don't understand religion, we're going to miss our chance to improve the world in the 21st century.”
A prolific writer, Dennett's landmark books include The Mind's I, co-edited with Douglas Hofstedter, Consciousness Explained, and Darwin's Dangerous Idea.
"Dan Dennett is our best current philosopher. He is the next Bertrand Russell. Unlike traditional philosophers, Dan is a student of neuroscience, linguistics, artificial intelligence, computer science, and psychology. He's redefining and reforming the role of the philosopher."Marvin Minsky
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)