Μεταφράστε τη σελίδα

Αναζήτηση / Search

Socratic News


Are you interested in Democracy ?

Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010

ΕΛΛΗΝΙΚΗ AYTOΓΝΩΣΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΟΡΘΩΣΙΣ




1.- Ἡ Πατρίδα μας διέρχεται περίοδο πρωτόγνωρης παρακμῆς. Διότι αὐτὴ χαρακτηρίζει, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν μεταπολεμικὴ τοὐλάχιστον Ἱστορία μας, κάθε ἰκμάδα τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς, τόσο τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος στὰ συλλογικά της ἐνεργήματα, ἐπὶ θεμάτων ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν, ὅσο καὶ τῶν Ἑλλήνων κατ’ ἰδίαν, ὡς ἀτόμων - ἐννοῶ τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, ὄχι καὶ τῶν ἀποδήμων, οἱ ὁποῖοι ἀντιθέτως σκέπτονται καὶ ἐνεργοῦν μὲ ζηλευτὴ πάντοτε προσήλωσι πρὸς τὰ πάτρια καὶ τὶς ἀκατάλυτες, ἀνὰ τὶς χιλιετίες, ἑλληνικὲς ἀξίες.
Φυσικὰ ἡ σοβοῦσα παρακμὴ δὲν ἀνέκυψεν αἰφνιδίως, δὲν εἶναι ἡ ἐπαύριον μιᾶς αἰθρίας ἡμέ­ρας. Ἀνέκυψε ὡς τὸ ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα ὀλεθρίας συλλογικῆς πρακτικῆς δεκαετιῶν. Τὴν ὁποία μὲ περίσσεια ἀφροσύνης βαθμηδὸν ἀκολουθήσαμε, συντονίζοντες τὸ βῆμα μας πρὸς συνθηματολογία σαγηνεύουσα, ἀλλὰ εὐθέως μηδενιστικὴ καὶ καταστροφική. Ἀληθινὴ πορεία ὀλέθρου, πρὸς ἀνάσχεσι τῆς ὁποίας συνετὲς ­φωνὲς ὀρθοφροσύνης δὲν ἔλλειψαν, ἀλλὰ αὐτὲς δὲν εἰσηκούοντο ἀπὸ τοὺς ποικιλωνύ­μους ταγούς μας, κυρίως τοὺς ἑκάστοτε ἔχοντες τὸ πηδάλιον τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, ἑπομένως καὶ τὸ πρόσταγμα γιὰ τὴν πορεία τοῦ τόπου.

Τοὐναντίον μάλιστα, ἡ ὅποια προσπάθεια ἀνασχέσεως στὸν κατήφορο τῆς συμφορᾶς πολλαχόθεν παρημποδίζετο καὶ θετικῶς, ἐκτὸς λοιδοριῶν καὶ καταιγισμοῦ ὕβρεων σὲ βάρος τῶν ἀνθισταμένων ἀπὸ κατευθυνόμενα μέσα (Τύπο καὶ ραδιοτηλεοπτικά) μαζικῆς ἐξα­χρειώσεως, καὶ μὲ τὴν δραστικὴ χρῆσι καὶ κατάχρησι ψευδεπιγράφως «προοδευτικοῦ», πεπαλαιωμένου μὲν ἰδεολογικοῦ ὁπλοστασίου, πλὴν εὐηκόου καὶ λαοπλάνου. Καὶ δράστες τῶν ὀρθουμένων αὐτῶν ἐμποδίων πληθωρικῶς ἀνεφαίνοντο. Ὄχι μόνον μεταξὺ ξένων ἐπιβούλων, παγίως ὑπηρετούντων ἄλλωστε ἰδικά των συμφέροντα, ἀλλὰ καὶ ἐντὸς τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου, στὶς τάξεις, ποὺ σὲ ὅλες τὶς κοινωνίες, παντοῦ καὶ πάντοτε, ὑπάρχουν, ἀρνησιπάτριδων, καιροσκόπων, ἀφελῶν, ἢ καὶ ἐγχωρίων μειοδοτῶν, μισθοφόρων ἢ ὄχι, ἀδιάφορον.

2.- Ἔτσι σήμερα, περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλη περίοδο τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου, ἐπιβάλλεται πλέον, ὡς μόνη ἀτραπὸς διεξόδου ἀπὸ τὴν ἐφιαλτικὴ κρίσι, ἡ ἀνασύνταξις τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος. Ἂς μὴν αὐταπατώμεθα ὅμως. Τὸ ἑλληνικὸ πρόβλημα δὲν εἶναι μόνον οἰκονομικόν! Τὰ πεδία τῆς παρακμῆς εἶναι πολυπληθῆ.

Ἀπαντῶνται σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ἐθνι­κῆς μας ζωῆς. Φαίνεται βεβαίως τώρα μεταξὺ αὐτῶν προέχον τὸ οἰκονομικόν, τὸ ὁποῖον στὶς ἡμέρες μας, μὲ γεῦσι ἤδη τῶν ληφθέντων πρὸς ἀντιμετώπισί του ὀδυνηρῶν μέτρων, ἑλκύει τὴν ἄμεση προσοχὴ καὶ προκαλεί τὸν προβληματισμὸν ὅλων, χωρὶς ἐξαίρεσι.

Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ τὸν πυρῆνα τοῦ κακοῦ, ἀφοῦ δὲν ἐξέθρεψε αὐτοδυνάμως, οὔτε συνιστᾷ τὸ κινοῦν αἴτιο τῆς σὲ ὅλα τὰ πεδία, καθολικῆς ἐθνικῆς μας παρακμῆς.
Ἂς ἀναβλέψουμε. Τὸ ἑλληνικὸν πρόβλημα εἶναι πρωτίστως θέμα ἰδεολογικόν. Διότι μόνον ἐκ τῶν ἰδεῶν-δυνάμεων (κατὰ Fouillee, «Esquisse psychologique des idees – forces» καὶ «L’ evolutionnisme des idees – forces») ἀπορρέει ἡ ἔφεσις πρὸς ἐνέργειαν ἐπὶ παντὸς ἀνθρωπίνου πεδίου, ἑπομένως καὶ ἡ δυνατότης ἐπανορθώσεως καὶ θεραπείας τῶν κακῶς κειμένων. Καὶ ὡς πρώτη πτυχὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβλήματος ἀνα­φαίνεται ἡ ἀνάγκη τῆς ἐθνικῆς μας αὐτο­γνωσίας.

Ἀφοῦ μόνον μὲ ἐπίγνωσι τοῦ τὶ εἴμαστε, ἠμποροῦμε νὰ προδιαγράψουμε καὶ τὶς δυνατότητές μας πρὸς λύσι καὶ νὰ ἐπιδο­θοῦμε στὴν συνέχεια, ἐν ὄψει ἀκριβῶς τῆς ἐκτάσεώς των, στὸν ἀγῶνα ἐπιλύσεως κατ’ ἰδίαν προβλημάτων μας.

Μὲ καίρια καὶ ἀμέσως ἐπείγοντα πρωτίστως τὰ ἀναγόμενα εἰς τὸν τομέα τῆς παιδείας καὶ συνακολούθως τῆς τόσον κακοποιουμέ­νης γλώσσης μας. Ἄλλωστε ὅλοι ἐπισημαίνουν τὸ πόσον χωλαίνει ἡ παρεχομένη παιδεία στὴν χώρα μας καὶ κραυγαλέως ὠρύονται γιὰ τὸ σημερινό της κατάντημα. Παραθεωροῦν ὅμως οἱ μεμψιμοιροῦντες, μὲ λίγες μόνον ἐξαιρέσεις, ὅτι ἀνόρθωσις τῆς παιδείας δὲν νοεῖται χωρὶς, ὡς ἐναρκτήρια κίνησι, τὴν ἀποκατάστασι τοῦ γλωσσικοῦ ὀργάνου, τῆς ἑλληνικῆς μας γλώσσης.

Διότι σκέψεις καὶ ἰδέες, προγράμματα καὶ σχεδιασμοὶ ἀνθρωπίνης ἐνεργείας δὲν γεννιοῦνται παρὰ μόνον διὰ τοῦ γλωσσικοῦ ὀργάνου, ὑπάρχει μιὰ μυστικὴ ἀντιστοιχία, μιὰ ἀκατάλυτη ταύτισις ἐκείνων μὲ αὐτό. Ὁ λόγος, οἱ χρησιμοποιούμενες λέξεις δὲν ἐξωτερικεύουν ἁπλῶς τὰ ἀνθρώπινα διανοήματα, ἀλλὰ καὶ τὰ γεννοῦν. Καὶ ὅπως παντοῦ, ἡ οὐσία τοῦ διανοήματος κεῖται ἀκριβῶς στὴν γλωσσική του ἐξωτερίκευσι. Τὸ νὰ χωλαίνει λοιπὸν τόσον θρηνητικῶς ἡ χρῆσις στὴν σύγχρονή μας κοινωνία τῆς ἑλληνικῆς μας γλώσσης, αὐτὸ φανερώνει ὅτι καὶ οἱ διατυπούμενες ἰδέες, τὰ ἐξαγγελλόμενα προ­γράμματα, οἱ κάθε εἴδους προβαλλόμενοι σχεδιασμοὶ εὑρίσκονται στὴν ἴδια στάθμη εὐτελοῦς ποιότητος μὲ τὴν χρησιμοποιουμένη πρὸς ἔκφρασί τους γλῶσσα. Ἔτσι ἐξηγεῖται, ἀπὸ τὴν χαρακτηριστικὴ γλωσσική μας φτώχεια, καὶ ἡ ἀδυναμία συγκλίσεως καὶ συμφωνίας τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου ἐπὶ τοῦ πρακτέου καὶ σὲ βασικοὺς ἀκόμη τομεῖς τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου.

3.- Τὸ τεράστιο εὖρος τοῦ ἑλληνικοῦ προβλήματος στὴν ἰδεολογική του διάστασι δὲν ἐπιτρέπει τὴν συνολικὴ ἀνάπτυξί του στὰ στενὰ πλαίσια τοῦ παρόντος ἄρθρου. Θὰ περιορισθῶ λοιπὸν ἐδῶ ἐξ αὐτοῦ εἰς ὀλίγα μόνον. Καὶ κατὰ πρῶτον, εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς ἐθνικῆς μας αὐτογνωσίας, καὶ μάλιστα εἰς μόνην τὴν ἀφετηρίαν της, τὴν ὀνομασίαν τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος. Διότι φαίνεται ὅτι καὶ τὴν ἐθνικήν μας ὀνομασία δὲν τὴν γνωρίζουμε ὅπως ἐπιβάλλεται, στὴν διαχρονική της διάστασι.
Ἡ ἀφορμὴ σὲ ἐνασχόλησι τέτοιου περιεχομένου ὑπῆρχε καὶ κατὰ τὸ παρελθόν. Τώρα ὅμως ἐντόνως ἀνενεώθη ἐξ ἀφορμῆς καταχωρίσεως σὲ ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν, τὴν «ΕΣΤΙΑΝ» τῆς 5ης Αὐγούστου ἐ.ἔ., ἐπιστολῆς ἀναγνώστου της, μὲ τὴν ὁποίαν ἐκφέρονται μεγαλόστομοι καταφοραὶ κατὰ τῆς ἀκολου­θουμένης καὶ παρ’ ἡμῶν ὀνομασίας ἀπὸ ξένους τῆς χώρας μας ὡς Greece καὶ τῶν Ἑλλήνων ὡς Greeks - Γραικῶν.

Ὁ ἐπιστολογράφος διατείνεται ὅτι τέτοιες ὀνομασίες εἶναι ξενικές, τὶς ἐχρησιμοποίησαν γιὰ πρώτη φορὰ «ἀρχικοὶ Λατίνοι ναυτικοί», ὅταν προσήγγισαν στὴν Β.Δ. Ἑλλάδα, καὶ ἀκολούθως ἐγενικεύθη ἡ καταφρονητικὴ ὑπὸ τῶν ξένων χρῆσις των. Προτείνει δὲ τὴν ἐπίσημον παρ’ ἡμῶν μὲν ἐν παντὶ ἀντικατάστασίν των διὰ τῶν ὅρων Ἑλλὰς (Hellas) καὶ Ἕλληνες, ὡς ὁ ἴδιος (ὁ ἐπιστολογράφος) ἔπραξε τὸ 1956 ὡς «ἀρχηγὸς τῆς Ὀλυμπιακῆς μας ὁμάδος (Μελβούρνη)», πρὸς τοὺς ξένους δὲ (κράτη κ.λπ.) διακήρυξιν ὅτι θὰ ἐπιστρέφεται ἀνεπίδοτη κάθε ἀλληλογραφία διαλαμβάνουσα τὶς ἀνωτέρω ξενικὲς ὀνομασίες.

Παρόμοιες ἐπιστολὲς ἄλλων, μὲ τὶς ἴδιες ἐπὶ τοῦ θέματος ὑποδείξεις, ἔχουν δημοσιευθῆ σὲ ἐφημερίδες καὶ κατὰ τὸ παρελθόν, προ­ερχόμενες καταφανέστατα ἐξ ἀγαθοῦ φιλοπάτριδος συνειδότος. Ὅμως, μὲ τὴν ἀντίληψιν ὅτι ἡ φιλοπατρία προϋποθέτει καὶ ἑδραία γνῶσι τῆς Ἱστορίας, ἐπιβάλλεται νὰ σημειώσω ἐπὶ τῶν ἀνωτέρω τὰ ἀκόλουθα.

4.- Πλανῶνται ὅσοι νομίζουν ὅτι τὸ ὄνομα «γραι­κὸς» εἶναι ξενικόν, δοθὲν δῆθεν ὑπὸ τῶν Ρωμαίων εἰς τοὺς Ἕλληνας. Διότι δὲν πρόκειται περὶ ξενικῆς ὀνομασίας! Εἶναι ὄνομα ἑλληνικώτατον, τὸ πρῶτον ἐθνικόν μας ὄνομα. Πράγματι, λέγει ὁ Ἀριστοτέλης («Μετεωρολογικά», Ι 14) «ὤκουν γὰρ ... καὶ οἱ καλούμενοι τότε μὲν Γραικοί, νῦν δὲ Ἕλληνες» (βλέπε τὸ κείμενον, π.χ., στὴν ἔκδοσι τῶν «Μετεωρολογικῶν» τῆς Collection Bude, Παρίσι, τόμος Ι, 1982, σελ. 45, παραπομπὲς δὲ καὶ σὲ ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς εἰς τὸ ἐξαίρετον ἔργον τοῦ Καθηγητοῦ Γεωργίου Α. Παπαντωνίου, «Ἀρχαία Ἑλληνικὴ Ἱστορία», τόμος Α΄, 1979, σελ. 98 ὑποσημ. 2). Τὸ «γραι­κὸς» αὐτὸ ἐπῆραν ἐν συνεχείᾳ οἱ Ρωμαῖοι καί, προσαρμόζοντές το εἰς τὴν φωνητικὴν τῆς γλώσσης των, ἔπλασαν τὸ «Graecus», ἀπὸ τὸ ὁποῖον καὶ προέρχονται οἱ χρησιμοποιούμενες ὀνομασίες στὶς σύγχρονες ξένες γλῶσσες ἡμῶν τῶν Ἑλλήνων καὶ τῆς χώρας μας, ὅπως Grecs, Grece εἰς τὴν γαλλικήν, Greeks, Greece εἰς τὴν ἀγγλικήν κ.λπ. Ὀνομασίες, ἑπομένως, μὲ πανάρχαιες ἑλληνικὲς ρίζες, οἱ ὁποῖες καὶ κατὰ καμμίαν λογικὴν δὲν θὰ πρέπει νὰ θεωροῦνται ἀποβλητέες ὡς δῆθεν μὴ ἑλληνικῆς προελεύσεως!

5.- Ἀντιθέτως ἀποβλητέες εἶναι οἱ ὀνομασίες «ρωμηὸς» καὶ «ρωμηοσύνη», ὡς ἐθνικῶς ἀπαράδεκτες, ἀνακαλοῦσες μόνον τοὺς χρόνους τῆς ὑπὸ ρωμαϊκὴν κυριαρχίαν δουλείας μας. Δυστυχῶς οἱ ὄντως ξενικὲς αὐτὲς ὀνομασίες χρησιμοποιοῦνται καὶ ἀπὸ ἀξιολό­γους, κατὰ τὰ λοιπά, διανοουμένους, οἱ ὁποῖοι ἐναβρύνονται ὁμιλοῦντες συνεχῶς γιὰ τὴν «ὀρθόδοξη ρωμαίικη παράδοση» (ἄλλοτε ὑπῆρχε, δὲν γνωρίζω ἐὰν συνεχίζεται, καὶ εἰδικὴ ραδιοφωνικὴ ἐκπομπὴ μὲ τὴν ὀνομασίαν αὐτήν!), χωρὶς νὰ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὴν ἱστορικὴν ἀλήθειαν, ὅτι ἡ προσω­νυμία «ρωμαῖος», δηλαδή ἡ ἰδιότης τοῦ ρωμαίου πολίτου, ἡ ρωμαϊκὴ ἰθαγένεια θὰ ἐλέγαμε σήμερα, ἀπενεμήθη (καὶ αὐτό, ἂς σημειωθῆ, ἔγινε γιὰ φορολογικοὺς ἀποκλειστικῶς λόγους!) μὲ τὸ γνωστὸ διάταγμα τοῦ Καρακάλλα τὸ 212 μ.Χ., εἰς ὅλους τοὺς ὑποδούλους λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς ὑπὸ τῆς τότε κοσμοκρατείρας Ρώμης. Τὶ θέλουν λοιπὸν οἱ διανοούμενοί μας αὐτοὶ νὰ διαιωνίσουν; Τὴν ἀνάμνησι τῆς δουλείας ἐκείνης; Καὶ γιατὶ παραθεωροῦν τὴν γνησίαν ἑλληνικὴν λαϊκὴν παράδοσιν, ἡ ὁποία ὑπερηφάνως ἐμμένει εἰς τὰ πάτρια; Διότι, κατὰ τὸ πασίγνωστον, οἱ ἀγωνισταὶ τοῦ 1821 μὲ θαυμαστὴν ἐπίγνωσι τῆς ταυτότητός των διαλαλοῦσαν: «ἐγὼ γραι­κὸς γεννήθηκα, γραικὸς θὲ νὰ πεθάνω», χρησιμοποιοῦντες ἀκριβῶς τὸ πανάρχαιον ἐκεῖνο καὶ αὐτόχθον «γραικὸς» καὶ ὄχι τὸ ξενόφερτον καὶ ἀποβλητέον «ρωμαῖος» ἢ «ρωμηός» (ἢ «ρωμιός»). Ἀναμφισβητήτως ἦσαν σοφώτεροι ἀπὸ τοὺς αὐτοαποκα­λουμένους σήμερα «ρωμηούς», καίτοι συμπατριῶτες μας! Πρέπει δὲ νὰ προσθέσω ὅτι καὶ ἡ λογία ἑλληνικὴ παράδοσις δὲν διαφέρει, ἀφοῦ καὶ ἐπιφανεῖς ἐκπρόσωποί της σὲ πολλὲς περιπτώσεις χρησιμοποιοῦν γιὰ τοὺς Ἕλληνες τὴν ὀνομασία Γραικοί, ὅπως ὁ ἐκ τῶν ἐξοχωτέρων διδασκάλων τοῦ Γένους, ἐκδότης κειμένων πληθώρας ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων (τόμοι 16 εἰς τὴν σειρὰν «Ἑλληνικὴ Βιβλιοθήκη» καὶ τόμοι 9 εἰς τὴν σειρὰν «Πάρεργα Ἑλληνικῆς Βιβλιοθήκης») καὶ ἀπὸ τοὺς ἐθναποστόλους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐλευθερίας Ἀδαμάντιος Κοραῆς, π.χ. εἰς τὰ πονήματά του «Ἀδελφικὴ Διδασκαλία πρὸς τοὺς εὑρισκομένους κατὰ πᾶσαν τὴν Ὀθωμανικὴν Ἐπικράτειαν Γραικούς» (Ρώμη, 1798), «Ὰσμα Πολεμιστήριον τῶν ἐν Αἰγύπτῳ περὶ ἐλευθερίας μαχομένων Γραικῶν» (Αἴγυπτος, 1800), «Τὶ πρέπει νὰ κάμωσιν οἱ Γραικοὶ εἰς τὰς παρούσας περιστάσεις» (Βενετία, 1805) κ.λπ., κ.λπ.

6.- Ἂς προσθέσω ἐδῶ καὶ μίαν ἀναδυομένη σχετικῶς κραυγαλέα πτυχὴ τῆς σημερινῆς γλωσσικῆς μας τραγῳδίας. Οἱ ξένοι, ὡς καὶ ὁ ἀνωτέρω ἐπιστολογράφος, τὴν λέξιν ΕΛΛΑΣ μεταγράφουν μὲ λατινικοὺς χαρα­κτῆρες ὀρθῶς εἰς HELLAS, καὶ ὄχι εἰς ELLAS. Mὲ τὴν προσθήκην τοῦ ἀρχικοῦ γράμματος Η ἁπλούστατα μεταγράφουν τὴν δασεῖαν τοῦ ἀρχικοῦ Ε τῆς λέξεως ΕΛΛΑΣ, ἀποδεχόμενοι ἔτσι τὸν προσῳδιακὸ προορισμό, ποὺ ἀνέκαθεν, ἀπὸ τῶν ἀλεξανδρινῶν χρόνων καὶ μέχρι σήμερον, ἐπιτελοῦν τὰ πνεύματα καὶ οἱ τόνοι εἰς τὴν ἑλληνικήν· αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον καὶ οἱ ξένοι τὰ διατηροῦν εἰς τὸ ἑλληνογενὲς λεξιλόγιόν των, ὅπως π.χ. στὴν υἱοθετηθεῖσαν ὑπὸ τῆς γαλλικῆς λέξιν HΕROS τὸ ἀρχικὸν Η ἀποδίδει τὴν δασεῖαν τῆς ἑλληνικῆς γραφῆς «ἥρως».

Δηλαδή, οἱ ξένοι διατηροῦν στὴν ἑλληνική μας γραφὴ τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα αὐτά, τὰ ὁποῖα ἡ ἐπίσημος Ἑλλὰς μὲ ἀσύγγνωστη ἀφροσύνη ἔχει καταργήσει καθ’ ὑπαγόρευσιν ἀμαθῶν καὶ ἀπαιδεύτων, παρὰ μάλιστα τὴν ἀντίθεσι τῆς συντριπτικῆς πλειονοψηφίας τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Κατάρ­γησις ἡ ὁποία ἐνισχυομένη καὶ μὲ τὸν βαθμιαῖον περιορισμὸν καὶ ὑποβιβασμὸν τῶν κλασσικῶν σπουδῶν στὸν χῶρο τῆς παιδείας μας προεκάλεσε καὶ τὴν σημερινὴ ­θρηνητικὴ ἀγραμματωσύνη τῆς νεολαίας μας.

7.- Μὲ τὰ ὀλίγα ἀνωτέρω περὶ γλώσσης εἰσήλ­θαμε καὶ εἰς τὸ μέγα θέμα τῆς ἐθνικῆς μας παιδείας, ἡ ὁποία ἐδῶ καὶ χρόνια ἔπαυσε νὰ εἶναι ἑλληνική, ἐθνική. Θέμα ποὺ κατέχει τὴν κορυφὴ τοῦ ἰδεολογικοῦ μας προβληματισμοῦ στὸ πλαίσιο τῆς φροντίδος γιὰ τὴν ἐπιζητουμένη ἐθνική μας ἀνόρθωσι. Ἐπ’ αὐτοῦ καὶ σὲ συνέχεια τῶν ὅσων ἀνωτέρω, στὴν παράγραφο 2, ἐξέθεσα περιορίζομαι, τερματίζων τὸ παρὸν ἄρθρον μου, συμπερασματικῶς εἰς τὰ ἑξῆς ἐλάχιστα:

Οἱ ἐπισήμως ἐξαγγελλόμενες διακηρύξεις καὶ ἐπιδιώξεις παρὰ τὴν εἰλικρίνειάν των καὶ οἱ θυσίες, στὶς ὁποῖες ὑποβάλλεται τὸ κοινωνικὸν σύνολον, δὲν πρόκειται νὰ τελεσφορήσουν, ἐφ’ ὅσον δὲν πραγματοποιεῖται πρω­τίστως τὸ καίριον ἀποφασιστικὸν βῆμα: ἡ ἀνάκτησις τῆς ἑλληνικῆς μας παιδείας, μὲ πλήρη φυσικὰ ἀποκατάστασι τῶν πληγμάτων ποὺ ἐδέχθη μεταπολιτευτικῶς ἡ ἑλληνική μας γλῶσσα. Ἀνάκτησις, ὅπως εἶχε καὶ ἐπισήμως ἐξαγγελθῆ ἐπὶ Ὑπουργίας τοῦ ἀειμνήστου Ἀντώνη Τρίτση τὴν 8ην Ἰουλίου 1987, μὲ ἐφαρμογὴν τοῦ προγράμματος ἀπὸ τοῦ σχολικοῦ ἔτους 1987-88, ματαιωθεῖσαν ὅμως μὲ τὴν ἀποπομπὴν τοῦ Τρίτση ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖον Παιδείας (βλέπε σχετικῶς τὸ ἐξαίρετον βιβλίον τοῦ ἀειμνήστου λογίου Χάρη Λαμπίδη, «Παιδεία καὶ Τρομοκράτες» [Κείμενα Κριτικῆς, «Ἀντίφωνον», 1990], ὅπου είς τὰς σελίδας 873-891 τὸ πρόγραμμα Τρίτση).

Ἔτσι μόνον θὰ καταστοῦν οἰκεῖα στοὺς νέους μας καὶ ὅλα τὰ πρὸ τοῦ 1980 κείμενα ὄχι μόνον τῆς ἀρχαίας καὶ μεσαιωνικῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς νεοελληνικῆς μας γραμματείας, ποὺ εἶναι σήμερα ἀπρόσιτα ἐξ αἰτίας καὶ τοῦ θλιβεροῦ μονοτονικοῦ, θὰ γίνουν ἀμέσως προσπελάσιμες καὶ ἀφομοιώσιμες ὅλες οἱ πα­ραδοσιακές μας ἀξίες, θὰ σφυρηλατηθοῦν χαρακτῆρες μὲ τὶς ἑλληνικὲς ἀρετὲς τοῦ ­θάρρους, τῆς αὐταπαρνήσεως, τῆς ἀλληλεγγύης, τῆς ἐθνικῆς ὑπερηφανείας, τῆς αἰσιοδοξίας.

Ἐπίτευγμα πολύτιμον, ἀφοῦ μόνον οἱ ἀξίες αὐτὲς ἠμποροῦν νὰ χαλυβδώσουν τὴν ἐθνική μας ἀνεξαρτησία καὶ κυριαρχία καὶ τὴν ἐθνική μας ἀξιοπρέπεια, νὰ ἐκθρέψουν τὴν ἐλπίδα καὶ νὰ ὁδηγήσουν εἰς τὸ ἀπὸ ὅλους ἐπιθυμητόν, τὴν ἀνακοπὴ τῆς προϊούσης παρακμῆς, καὶ γενικώτερον εἰς ἕνα καλλίτερον αὔριον καὶ τὴν πρόοδον τῆς ἐθνικῆς μας κοινότητος.-

Σχετικά Άρθρα